Η αίγλη των κλασσικών μας
Γράφει ο Γιώργος Καλός -
Είπε να τα πάει ως το Ασκέλι, πρωινό περίπατο αντί ημερήσιας εκδρομής, τώρα που τα μαθήματα τέλειωναν· σε λίγες ημέρες θα άρχιζε ο μαραθώνιος των προαγωγικών εξετάσεων. Κι από εκεί να τα ανεβάσει μέχρι τα ερείπια του Ναού του Ποσειδώνα, στα βόρεια της Καλαυρίας του Πόρου, όπου θα μπορούσαν, απολαμβάνοντας το τοπίο, να μιλήσουν για τον Αθηναίο ρήτορα Δημοσθένη, για το σπουδαίο έργο του, για τον Αρχία, τον Αντίπατρο και τους Μακεδόνες που τον κυνήγησαν ως εδώ τον Σεπτέμβριο του 323 π. Χ, μετά την κατάληψη των Αθηνών, αναγκάζοντάς τον να βάλει τέρμα στη ζωή του, για να μη πέσει στα χέρια τους.
Και το έκανε η Βάσω. Φιλόλογος παθιασμένη με τη δουλειά της. Την αγαπάει τόσο όσο και τα παιδιά, τους μαθητές της, κι αγωνίζεται συστηματικά –φορτωμένη και με τα καθήκοντα της διεύθυνσης του Γυμνασίου Πόρου– να τους μάθει σωστά τη γλώσσα των πατέρων τους. Τώρα που η διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών (μαζί και των λατινικών) υποχωρεί διεθνώς, δυστυχώς. Θέλει να τα κάνει να αγαπήσουν την κλασική παιδεία, τη μεγάλη αρχαιοελληνική κληρονομιά τους, σε μια εποχή που οι νέοι, από το λύκειο, στρέφονται αναγκαστικά στις τεχνολογικές γνώσεις και γυρίζουν την πλάτη στους κλασικούς.
Ημέρα θαυμάσια, ζεστή, η θάλασσα αρίγωτη προκαλούσε το πολύβουο σμάρι αγοριών και κοριτσιών για κολύμπι. Όλοι τους όμως προτίμησαν να ανεβούν με τη γυμνασιάρχη ως τη βεράντα της «Αίγλης», του μεγάλου σύγχρονου ξενοδοχείου που δεσπόζει στον όρμο του Ασκελιού, καλεσμένοι των φιλόξενων ξενοδόχων, πατέρα και γιων, οι οποίοι προσφέρθηκαν να τους μεταφέρουν με το τουριστικό τους όχημα ως ψηλά στον Ναό του Ποσειδώνα, στο διάσελο μεταξύ Βίγλας και Προφήτη Ηλία, για το υπόλοιπο του προγράμματός τους.
«Ευκαιρία, παιδιά. Φιλοξενούμε σήμερα κι ένα γκρουπ Αμερικανών φοιτητών. Ο ελληνιστής καθηγητής τους από το πανεπιστήμιο PARIS IV- SORBONE, διαβάζοντας προ ολίγου το πρόγραμμά σας με τίτλο ''Το Γυμνάσιο Πόρου συζητά για την αίγλη των κλασικών με αφορμή τον Δημοσθένη'', παρατήρησε κολακεύοντάς μας: ''Τι σύμπτωση; Η αίγλη των Ελλήνων κλασικών στο ξενοδοχείο 'Αίγλη' του Πόρου!» είπε χαμογελώντας πατρικά ο Σπύρος, ο ξενοδόχος, και πρότεινε να δοθεί η ευκαιρία στους μαθητές να μιλήσουν με τους ξένους φοιτητές για την ελληνική κλασική παιδεία.
Η Βάσω συμφώνησε με χαρά. Οι μαθητές της το χάρηκαν. Και τι δεν είπαν με τους Αμερικανούς… Τα Ποριωτόπουλα μιλούσαν ομολογουμένως με ευχέρεια τα αγγλικά τους, την ώρα που εκείνη με πικρία διαπίστωνε τον θρίαμβο μιας επικοινωνίας των νέων όλο και πιο αγοραίας, θεμελιωμένης στην κατακλυσμιαία επιβολή των αγγλικών, σε βάρος των γλωσσών που θεωρούνται πια άχρηστες, κι ας είναι δεμένες άρρηκτα με τον κλασικό πολιτισμό της ανθρωπότητας, όπως η ελληνική. Η αγγλική κυριαρχεί πια διεθνώς ως μια ρεαλιστική εσπεράντο, ως ένα ανοιχτήρι για κονσέρβες, ως ένα επαγγελματικό πασπαρτού.
Αργότερα, το μεσημέρι, καθισμένοι στη σκιά των θεόρατων πεύκων του χώρου των ερειπίων του αρχαίου Ναού του Ποσειδώνα, οι ντόπιοι γυμνασιόπαιδες άκουγαν προσεκτικά την καθηγήτρια να τους μιλά για τον δωρικό ρυθμό του, τους δεκαοχτώ μαρμάρινους κίονες, τα γείσα από αιγινήτη πωρόλιθο και τα θεμέλιά του, τα κατασκευασμένα από γαλάζιο τιτανόλιθο.
Κάποια στιγμή σηκώθηκε όρθιος ο Κρίτων, μαθητής της Γ' τάξης. Έδειξε το τάμπλετ του και πρότεινε να τους διαβάσει από αυτό το εδάφιο 27 στον «Β΄ Φιλιππικό» λόγο του Δημοσθένη, που –κατά τη γνώμη του– ταίρια- ζε πολύ στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα. Και το έπραξε μεταφράζοντας αργά:
«Ω Αθηναίοι, … σας επιβουλεύονται, σας περικυκλώνουν, θα υποστείτε τα πάντα, πιστεύω, επειδή τώρα δεν κάνετε τίποτα! Τόσο πολύ κυριαρχούν η πρόσκαιρη καλοπέραση και η ραστώνη σας. Κι όμως, σας απομακρύνουν από αυτό που μελλοντικά θα σας ωφελούσε, αν τώρα το τολμούσατε…».
Τι να πει η Βάσω; Το μόνο που κατόρθωσε να ψιθυρίσει συγκλονισμένη:
«Αλήθεια, στη δική μου γενιά ταιριάζει αυτό. Ζήσαμε άπραγοι μια ευτυχία εύκολη, επίπλαστη. Όχι όμως κι εντελώς ψευδεπίγραφη… Όχι, γιατί προσπαθήσαμε. Χωρίς να υπάρχει Δημοσθένης».