Βραχυχρόνιες μισθώσεις, τέλος διαμονής, έλλειψη ανθρωπίνου δυναμικού, χωροταξικό, ενεργειακή αναβάθμιση και εκσυγχρονισμός, κλιματική κρίση, διαχείριση υποδομών. Πρόκειται για επτά από τα σημαντικότερα ζητήματα που έχει να αντιμετωπίσει αυτή την περίοδο ο ελληνικός τουρισμός σε μια καλή, αλλά μεταβατική συγκυρία «για τον κλάδο με γενικότερες γεωπολιτικές, ενεργειακές και κοινωνικές ανακατατάξεις σε διεθνές επίπεδο, που άμεσα ή έμμεσα θα αφήσουν το αποτύπωμά τους και στον τουριστικό τομέα» όπως ανέφερε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων κ. Γιάννης Παράσχης στο χαιρετισμό του στο πλαίσιο του Συμβουλίου Προέδρων Ξενοδοχειακών Ενώσεων που πραγματοποιήθηκε χθες  στη  Θεσσαλονίκη, παρουσία της Υπουργού Τουρισμού κυρίας Ολγας Κεφαλογιάννη. Από την πλευρά του ο νέος πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων κ. Γιάννης Χατζής ανέφερε ότι «η μείωση του περιβαλλοντικού μας αποτυπώματος, οι στρατηγικές συμπερίληψης, οι σύγχρονες πολιτικές εταιρικής διακυβέρνησης καθώς και η ισόρροπη διάχυση της τουριστικής κίνησης σε όλες τις περιοχές της χώρας θα αποτελέσουν προτεραιότητες της νέας διοίκησης για την επόμενη τριετία».

Νέο σημείο αναφοράς το 2023

Ο κ. Παράσχης ανέφερε ότι το 2023, ξεπερνώντας το 2019 σε αφίξεις και έσοδα θα αποτελέσει το νέο σημείο αναφοράς για τις μελλοντικές εξελίξεις. «Θα είναι βέβαια σημαντικό σφάλμα να πιστέψουμε τόσο εμείς οι άνθρωποι του κλάδου όσο και οι εκπρόσωποι της Πολιτείας ότι η θετική πορεία στο μέλλον είναι δεδομένη. Επενδύσεις και ανταγωνιστικότητα, υποδομές, διαχείριση προορισμών, αγορά εργασίας και κυρίως η βιωσιμότητα, αποτελούν τους κεντρικούς άξονες των δράσεων του ΣΕΤΕ την επόμενη περίοδο, σε μια συντονισμένη συνεργασία με την κυβέρνηση, την Τοπική Αυτοδιοίκηση, τους εργαζόμενους και τους επιχειρηματίες του τουρισμού.
Και τα ζητήματα παραμένουν πολλά, σε διαφορετικά επίπεδα και σε συναρμοδιότητα μεταξύ υπουργείων».

Ως προς τα πιο σημαντικά, καταρχάς η ρύθμιση των βραχυχρόνιων μισθώσεων: «Η πρώτη ουσιαστική απόπειρα ρύθμισης του θεσμικού πλαισίου για τη βραχυχρόνια μίσθωση εξελίσσεται τώρα. Έχουν ήδη κατατεθεί συγκεκριμένες προτάσεις, φαίνεται να υπάρχει πλέον η πολιτική βούληση και αναμένουμε να δούμε τις σχετικές διατάξεις που θα κατατεθούν, προκειμένου να τοποθετηθούμε συγκεκριμένα επί αυτών με στόχο την περαιτέρω βελτίωση του θεσμικού πλαισίου».

 

Ως προς το τέλος ανθεκτικότητας στην κλιματική κρίση: «Ο φόρος διαμονής νομοθετήθηκε το έτος 2016 στο πλαίσιο της ανάγκης εκπλήρωσης των δεσμεύσεων της χώρας μας για δημοσιονομική προσαρμογή και προκειμένου να ολοκληρωθεί επιτυχώς και έγκαιρα η διαδικασία αξιολόγησης. Αυτό σημαίνει πως θα έπρεπε ήδη από ετών να έχει καταργηθεί. Σύμφωνα με τις σχετικές εξαγγελίες ο συγκεκριμένος φόρος μετατρέπεται σε τέλος ανθεκτικότητας στην κλιματική κρίση. Και όλοι αντιλαμβανόμαστε τον σκοπό και την αξία του μέτρου. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί και δεν πρέπει να βαραίνει έναν μόνο κλάδο της ελληνικής οικονομίας. Σε πρώτη φάση προσδοκούμε ότι θα καταφέρουμε να περιοριστεί η χρονική διάρκεια εφαρμογής του συγκεκριμένου φόρου εντός του έτους.
Και σε δεύτερη ότι θα ληφθούν υπόψη και άλλα κριτήρια που έχουν να κάνουν με την ανταποδοτικότητα του τέλους ανά προορισμό, καθώς και με τις διαφορετικές ανάγκες ανά περιοχή (πχ ορεινές περιοχές, πληγείσες περιοχές, κ.λπ.) με γνώμονα πάντα τη χωρική και χρονική επέκταση του τουρισμού, που είναι και το ζητούμενο μακροπρόθεσμα και με τη συμμετοχή των ΟΤΑ».

Ως προς την έλλειψη ανθρώπινου Δυναμικού: «Η λύση του απαιτεί καινοτόμες παρεμβάσεις στην αγορά εργασίας, έτσι ώστε, με προγράμματα προσέλκυσης, κατάρτισης και συνεχούς βελτίωσης δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού να ανταποκριθούμε στις νέες απαιτήσεις στον χώρο της εργασίας και στις διεθνείς τάσεις που διαμορφώθηκαν μετά την πανδημία, αλλά και στις καλπάζουσες εξελίξεις της τεχνολογίας. Ωστόσο, είναι δεδομένο πως για την αντιμετώπιση του προβλήματος θα πρέπει βελτιωθεί και να γίνει πιο αποτελεσματική η θεσμοθετημένη διαδικασία μετάκλησης εργαζομένων. Η διαδικασία, όπως ισχύει σήμερα, είναι δυσλειτουργική και δεν βοηθά ιδίως τις μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις».
 

Ως προς το χωροταξικό: «Είναι αναγκαία η επίλυση της χρονίζουσας εκκρεμότητας του χωροταξικού ζητήματος με συγκεκριμένες χρήσεις γης
και με θεσμικές προϋποθέσεις που να διασφαλίζουν ένα αξιόπιστο περιβάλλον επενδύσεων με «ασφάλεια δικαίου».
Ως προς την ενεργειακή αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό: «Τα χαμηλότερων κατηγοριών ξενοδοχειακά καταλύματα εξακολουθούν να στερούνται της δυνατότητας ανακαίνισης και εκσυγχρονισμού, καθώς εξαιρούνται τόσο από τον αναπτυξιακό νόμο, όσο από τις σχετικές δράσεις που υλοποιούνται μέσω προγραμμάτων του ΕΣΠΑ.
Αναμένουμε, λοιπόν, σχετικά την έκδοση το προσεχές χρονικό διάστημα ενός προγράμματος που θα απευθύνεται σε όλα τα ξενοδοχεία ανεξαρτήτως της κατηγορίας αστέρων στην οποία ανήκουν.
Ομοίως περιμένουμε άμεσα να εκδοθεί και το ΕΞ.ΟΙΚΟΝΟΜΩ ΙΙ για επιχειρήσεις, προκειμένου οι τουριστικές επιχειρήσεις να μπορέσουν να αναβαθμίσουν ενεργειακά τις εγκαταστάσεις τους, ανάγκη πιο επιτακτική από ποτέ εν μέσω της ενεργειακής κρίσης που βιώνουμε».

Ως προς την κλιματική κρίση και τις πληττόμενες επιχειρήσεις: «Ο ΣΕΤΕ έχει καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις με τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για τη στήριξη των προορισμών και των τουριστικών επιχειρήσεων που πλήττονται από αυτά.
Ομοίως, έχουμε καταδείξει τα προβλήματα που έχουν προκύψει κατά την εφαρμογή των μέτρων που νομοθετούνται στη λογική ότι τα μέτρα στήριξης θα πρέπει να είναι οριζόντια».

Ως προς τα ζητήματα διαχείρισης προορισμών και υποδομών: «Καλούμαστε να υιοθετήσουμε πρότυπα και μοντέλα άλλων ευρωπαϊκών πόλεων και τουριστικών προορισμών, όχι μόνο για την προώθηση και την προβολή, αλλά κυρίως, για την ορθή διαχείριση των προορισμών και την περαιτέρω ανάπτυξή τους, ακολουθώντας ένα πρακτικό και ρεαλιστικό μοντέλο Οργανισμών Διαχείρισης Προορισμών (των γνωστών DMOs). Μόνο με ουσιαστικές δημόσιες επενδύσεις και μια συνεκτική και ολιστική διαχείριση προορισμών μπορούμε να δώσουμε ρεαλιστικές απαντήσεις στα ζητήματα του κάθε προορισμού, αποφεύγοντας μη παραγωγικές συζητήσεις για τον υπέρ-τουρισμό, τη φέρουσα ικανότητα».

ΠΟΞ: Ζητείται συγκεκριμένη στρατηγική

Για συγκεκριμένο στρατηγικό σχεδιασμό ώστε ο ξενοδοχειακός κλάδος, «ο δυναμικότερος κλάδος της ελληνικής οικονομίας και ο μεγαλύτερος εργοδότης στη χώρα μας να πάψει να αντιμετωπίζεται ως μια ανάγκη και όχι ως μια συνειδητή επιλογή», έκανε λόγο από την πλευρά του κ. Χατζής. Ο νέος πρόεδρος της ΠΟΞ ανέφερε ότι ο κλάδος κουβαλάει ακόμη ζητήματα από το παρελθόν, με στάσιμα, βασικά αιτήματα του κλάδου: «Ενδεικτικά παραδείγματα, η μείωση του ΦΠΑ στη διαμονή. Θυμίζω ότι ήταν προεκλογική δέσμευση. Η απαλλαγή των ξενοδοχείων από τον συμπληρωματικό ΕΝΦΙΑ και η ισότιμη αντιμετώπιση των ατομικών επιχειρήσεων. Η έλλειψη οργανωμένης προβολής και διαχείρισης των προορισμών. Η ανάγκη ουσιαστικής αναβάθμισης της τουριστικής εκπαίδευσης. Οι χρήσεις γης και αξιοποίηση αιγιαλού. Και η αναφορά είναι μόνο ενδεικτική. Επίσης, δεν είναι λίγα τα προβλήματα που αφέθηκαν να  διογκωθούν και να λάβουν ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ανεξέλεγκτη λειτουργία της βραχυχρόνιας μίσθωσης. Πριν λίγες ημέρες, με 9 χρόνια καθυστέρηση, εξαγγέλθηκε για τη βραχυχρόνια μίσθωση ένα στοιχειώδες νομοθετικό πλαίσιο. Ωστόσο αυτό ήδη, πριν τη νομοθέτηση του, έχει ξεπεραστεί από τις διεθνείς εξελίξεις, οι οποίες επιτάσσουν χρονικούς ή ακόμα και τοπικούς περιορισμούς στη συγκεκριμένη δραστηριότητα».

 

Σύμφωνα με τον κ. Χατζή, στην προσπάθεια καταπολέμησης αθέμιτων πρακτικών και κοινωνικής αναστάτωσης που προκαλούνται από την λειτουργία των βραχυχρόνιων μισθώσεων ρόλο πρέπει να έχουν και οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

«Πρόσφατα αποφασίστηκε, χωρίς την οποιαδήποτε προηγούμενη διαβούλευση, να επιβαρυνθεί ο ξενοδοχειακός κλάδος, μόνος από όλους τους κλάδους της οικονομίας, με όλο το βάρος αντιμετώπισης των φυσικών καταστροφών. Πρέπει να είναι απολύτως σαφές ότι η ΠΟΞ δε συναινεί στην επιβολή οποιουδήποτε νέου φόρου στο τουριστικό προϊόν. Πόσο μάλλον να επιβαρυνθεί ο ξενοδοχειακός κλάδος, μόνος, όλο το βάρος αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης. Και ενώ μιλάμε για κλιματική κρίση, τα χαμηλότερης κατηγορίας ξενοδοχεία εξακολουθούν να αποκλείονται από τα προγράμματα εκσυγχρονισμού και ενεργειακής αναβάθμισης. Συζητάμε για βιώσιμη και ισόρροπη ανάπτυξη και μετά απ’ την πάροδο 3 ετών από τις σχετικές εξαγγελίες, δεν έχει εκδοθεί το πρόγραμμα ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΩ.

Δυστυχώς πολλές αποφάσεις που μας αφορούν λαμβάνονται υπό την πίεση των καταστάσεων. Χωρίς κάποιο συγκεκριμένο σχεδιασμό. Ερήμην μας, χωρίς τις περισσότερες φορές να έχει προηγηθεί ουσιαστική διαβούλευση.

Και όταν ακολουθείται αυτή η ανορθολογική διαδικασία, οι συνέπειες είναι εμφανείς σε όλους. Πρόσφατο παράδειγμα τα μέτρα που ελήφθησαν για τη στήριξη των επιχειρήσεων που επλήγησαν από τις πλημμύρες και τις πυρκαγιές. Παρά τις καλές προθέσεις, αυτά είτε είχαν προβλήματα στην εφαρμογή τους ή ήταν ελλιπή. Βασική αιτία; δεν εντάσσονταν σε έναν συγκεκριμένο σχεδιασμό».