Οι Ιταλοί ξενοδόχοι χαιρετίζουν την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για την Airbnb
O ιταλικός σύνδεσμος ξενοδόχων (Federalberghi) χαιρετίζει την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τη φορολόγηση της Airbnb.
Όπως επισημαίνει σε ανακοίνωσή του "η φοροαποφυγή και ο αθέμιτος ανταγωνισμός είναι επιβλαβείς, τόσο για τις παραδοσιακές ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, όσο και για εκείνες που σέβονται τους κανονισμούς σε νέες μορφές φιλοξενίας".
Ο σύνδεσμος Federalberghi ισχυρίζεται ότι τα τελευταία έξι χρόνια η πλατφόρμα Airbnb έχει παρακρατήσει φόρο συνολικού ύψους 1,5 δισεκατομμυρίου ευρώ, τον οποίο θα έπρεπε να έχει αποδώσει στο ιταλικό κράτος.
Υπενθυμίζεται ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) έκρινε ότι το δίκαιο της ΕΕ δεν αντιτίθεται στην υποχρέωση συλλογής πληροφοριών ούτε στην παρακράτηση φόρου, την οποία επιβάλλει η εθνική φορολογική νομοθεσία. Η απόφαση αυτή έγινε γνωστή χθες Πέμπτη. Αφορμή ήταν η ιταλική νομοθεσία του 2017 «περί βραχυχρόνιων μισθώσεων, οι οποίες δεν συνάπτονται στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας». Σύμφωνα με αυτόν τον νόμο, ο πάροχος της μίσθωσης φορολογείται με ποσοστό 21% και οφείλει ο ίδιος να ενημερώσει τις αρμόδιες φορολογικές αρχές, αλλά και να παρακρατήσει τον προβλεπόμενο φόρο «στην πηγή», τον οποίο στη συνέχεια αποδίδει στην εφορία, όπως γράφει η DW.
Αναφέρεται σχετικά στο δημοσίευμα της Deutsche Welle:
"...Oι εταιρείες Airbnb Ireland UC και Airbnb Payments UK Ltd προσέφυγαν στην ιταλική Δικαιοσύνη και, κατόπιν αυτού, το ιταλικό «Συμβούλιο της Επικρατείας» (Consiglio di Stato) υπέβαλε προδικαστικό ερώτημα στο ΔΕΕ, για να διαπιστωθεί κατά πόσον ο ιταλικός νόμος είναι συμβατός με το ευρωπαϊκό δίκαιο. Το Δικαστήριο του Λουξεμβούργου ξεκαθαρίζει εξ αρχής ότι τα φορολογικά ζητήματα, που αποτελούν εθνική αρμοδιότητα δεν εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του. Κατά συνέπεια απομένει να εξεταστεί μόνο το ερώτημα, μήπως η ιταλική νομοθεσία παραβιάζει το άρθρο 56 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ (ΣΛΕΕ) περί ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Η απάντηση είναι αρνητική.
Όταν το ευρωπαϊκό δίκαιο ορίζει ότι απαγορεύονται μέτρα που περιορίζουν την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών εντός της ΕΕ, στην ουσία εννοεί ότι απαγορεύεται η διακριτική μεταχείριση άλλων πολιτών της ΕΕ σε σύγκριση με ημεδαπούς. Αλλά αυτό δεν συμβαίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση. Όπως επισημαίνει το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης «η υποχρέωση για συλλογή στοιχείων σχετικά με τα συμβόλαια βραχυχρόνιας μίσθωσης ισχύει για όλους», είτε πρόκειται για φυσικά πρόσωπα, είτε για νομικά πρόσωπα, είτε έχουν την έδρα τους στο εσωτερικό, είτε όχι. Το ίδιο συμβαίνει και με την υποχρέωση για παρακράτηση φόρου στην «πηγή».
Το πρόβλημα του φορολογικού εκπροσώπου
Τί γίνεται όμως στην περίπτωση που ο ιδιοκτήτης του ακινήτου έχει την έδρα του εκτός Ιταλίας; Για την περίπτωση αυτή ο ιταλικός νόμος απαιτούσε τον ορισμό «φορολογικού εκπροσώπου», ο οποίος θα αναλάβει τις απαραίτητες διαδικασίες με την ιταλική εφορία. Η συγκεκριμένη διάταξη - και μόνο αυτή - παραβιάζει το άρθρο 56 ΣΛΕΕ, κρίνουν οι δικαστές του Λουξεμβούργου.
Και αυτό για δύο λόγους: Πρώτον, η υποχρέωση για ορισμό φορολογικού εκπροσώπου βαρύνει αποκλειστικά παρόχους κτηματομεσιτικών υπηρεσιών που δεν έχουν εγκατασταθεί μόνιμα στην Ιταλία, άρα συνιστά περιοριστικό μέτρο. Δεύτερον, το συγκεκριμένο μέτρο δεν σέβεται την αρχή της αναλογικότητας, διότι ναι μεν επιδιώκει τον θεμιτό σκοπό διασφαλίσεως των φορολογικών εσόδων, πλην όμως «υπερβαίνει το αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού αυτού μέτρο».
Πηγή: tornosnews.gr