Το νέο άλμπουμ των Fontaines D.C. βρέθηκε στην κορυφή προτού καν κυκλοφορήσει
Το post-punk γκρουπ από την Ιρλανδία – που αυτή τη στιγμή φιγουράρει στο cover του NME με τη λεζάντα «το καλύτερο συγκρότημα του κόσμου», έχει καταφέρει να υπάρξει πολλά διαφορετικά πράγματα ταυτόχρονα κατά τη διάρκεια της σύντομης έως τώρα καριέρας του. Όταν μας συστήθηκαν, το μήνυμα που ήθελαν να περάσουν ήταν αρκετά ξεκάθαρο στο μυαλό τους. «Τα παιδικά μου χρόνια ήταν μικρά, αλλά θα γίνω μεγάλος», φώναζε ο frontman Grian Chatten το 2019, στο εναρκτήριο κομμάτι του ντεμπούτου τους Dogrel, από τη γενέτειρά του, το Δουβλίνο. Οι κοινωνικές αναταραχές βρέθηκαν στο επίκεντρο της δημιουργίας τους, μαζί με την επιθυμία να κάνουν πράξη αυτό που έλεγε ο παραπάνω στίχος τους. Να γίνουν «μεγάλοι».
Ύστερα, ήρθε ο διάδοχος του ντεμπούτου, το A Hero’s Death του 2020. Οι ήχοι του Δουβλίνου συνεχίζουν να πρωταγωνιστούν, ενώ οι στίχοι εξακολουθούν να αποδοκιμάζουν τους περιορισμούς της πόλης τους – «αν είσαι ροκ σταρ, πορνοστάρ, σούπερ σταρ – δεν έχει σημασία τι είσαι / πάρε ένα καλό αυτοκίνητο, φύγε από εδώ» – και κάπως έτσι οι Ιρλανδοί αποφασίζουν να μετεγκατασταθούν στη Βρετανία. Ένα συγκρότημα που έκανε την εμφάνισή του τη στιγμή που η alt-rock είχε αρχίσει να ξεψυχά, δεν θα μπορούσε να μην θέσει ως προσωπικό στόχο να αποτελέσει κομμάτι ενός φρέσκου κύματος καλλιτεχνών, που αγαπούν τις θορυβώδεις κιθάρες, τα αρετουσάριστα φωνητικά και προπάντων τις ένδοξες ρίζες του post-punk κινήματος, με πρωτεργάτες τους Smiths.
Φτάνοντας στο σήμερα, πριν ακόμη κυκλοφορήσει το τρίτο άλμπουμ τους, Skinty Fia, τα τέσσερα singles που είχαν φτάσει στ’ αυτιά μας (Jackie Down The Line, I Love You, Skinty Fia και Roman Holiday), ήταν αρκετά για να πυροδοτήσουν τις διθυραμβικές κριτικές του ξένου τύπου. Μέχρι αυτή τη στιγμή, δεν υπάρχει μουσικό site που να έχει δώσει στον δίσκο λιγότερα από τέσσερα «αστέρια» και βαθμολογία χαμηλότερη από 80 στα 100. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Metacritic δε, το άλμπουμ συγκεντρώνει μία από τις υψηλότερες βαθμολογίες για το 2022 – so far.
Κάπως έτσι, μερικές ώρες μετά την πολυαναμενόμενη κυκλοφορία του Skinty Fia, δεν ήθελε και πολύ για να καταλάβουμε γιατί τα τέσσερα πρώτα tracks του αποτέλεσαν έναν – θετικά – προβλέψιμο οιωνό των όσων θα ακολουθούσαν.
Το “Nabokov”, ως άξιος διάδοχος του “Skinty Fia”, είναι τόσο απόκοσμο και αισθαντικό που δύσκολα δεν θα νοιώσεις κάτι σαν ρωγμή να σχηματίζεται στην καρδιά σου. Οι shoegaz-y κιθάρες των Fontaines D.C. είναι σπαρακτικές και εκλιπαρούν για αγάπη. Η τρίτη κυκλοφορία του γκρουπ, ισοδυναμεί άνευ αμφιβολίας με την πιο συναισθηματική στιγμή της έως τώρα πορείας του. Μπορεί ζωηρά κομμάτια όπως τα “The Boys In The Better Land” και “Too Real” του Dorgel να εκλείπουν, όμως αυτή τη φορά δεν τους ενδιέφερε να μοιραστούν με τους ακροατές τους τίποτα το ζωηρό. Το “Big Shot”, χαρακτηριστικά, ξεχωρίζει για τα θολά φωνητικά του Chatten, ενώ το “Bloomsday” είναι εξίσου θολό, με τον αιχμηρό ήχο της κιθάρας να τρυπώνει στη συννεφιασμένη ατμόσφαιρά του. Ακόμη και στο πιασάρικο single “Jackie Down the Line”, ένα αίσθημα μελαγχολίας εξακολουθεί να διαπερνά την ακρόαση του δίσκου.
Δεδομένης της θριαμβευτικής ιστορίας τους, η απάντηση στο ερώτημα: «Τι είναι τέλος πάντων οι Fontaines D.C.;», βρίσκεται στο τρίτο τους άλμπουμ, Skinty Fia. Μετρημένο και στοχαστικό, μπορεί να διατηρεί ελάχιστα παραδείγματα της αρχικής punky, full-pelt προσέγγισής τους, όμως όπως και το ελάφι που φιγουράρει στο εξώφυλλο του δίσκου, έτσι και τα αγόρια του Δουβλίνου, αισθάνονται δυνατά και υπερήφανα για κάθε τι που αποφασίζουν να δημιουργήσουν και αυτή είναι η απάντησή τους στο hype που έχουν σκορπίσει. Απολαμβάνοντας τον θρίαμβο που δικαίως βιώνουν, οι Fontaines D.C. είναι έτοιμοι να γυρίσουν τον κόσμο και να φτάσουν το Skinty Fia σε κάθε άκρη της γης.