Πολιτικές αναταράξεις στη Δανία λόγω της θανάτωσης των μινκ - Ρεπορτάζ του Κώστα Αργυρού
Στερείται νομικής βάσης η εντολή της κυβέρνησης για το θάνατο 17 εκατομμυρίων ζώων βιζόν λόγω φόβου μετάδοσης του κορωνοϊού. Δεν ενημερώθηκαν εγκαίρως οι θιγόμενοι αγρότες και η αντιπολίτευση ζητά τώρα διερεύνηση του θέματος και ευθύνες από την ίδια των πρωθυπουργό.
Η απόφαση της κυβέρνησης της Δανίας να θανατώσει 17 εκατομμύρια μινκ, από τα οποία παράγονται οι γούνες βιζόν εξελίσσεται σε μείζον πολιτικό ζήτημα, αφού το οικονομικό κόστος είναι τεράστιο για τη χώρα, ενώ τώρα αμφισβητείται και η συνταγματικότητα του μέτρου. Η κυβέρνηση αντιμετωπίζει ολοένα και μεγαλύτερη κριτική, αφού όπως προέκυψε δεν είχε καμία νομική βάση η εντολή σφαγής βιζόν εκτός των συγκεκριμένων ζωνών, όπου είχαν εκδηλωθεί κρούσματα κορωνοϊού στα μικροσκοπικά αυτά ζώα.
Η ίδια η πρωθυπουργός Μέττε Φρέντερικσεν μιλώντας την Τρίτη στη Βουλή παραδέχτηκε ότι το Υπουργείο Τροφίμων και Περιβάλλοντος θα έπρεπε να είχε ενημερώσει νωρίτερα τους αγρότες, που ασχολούνται με την παραγωγή γούνας βιζόν, αλλά και την κοινή γνώμη της χώρας ότι η κυβερνητική οδηγία για τη σφαγή των βιζόν ήταν τελικώς παράνομη. Την περασμένη εβδομάδα, η κυβέρνηση διέταξε να θανατωθούν όλα τα εκτρεφόμενα βιζόν στη χώρα, άρρωστα ή υγιή. Η παραγγελία ήρθε ως απάντηση σε επιστημονικά στοιχεία,
που δείχνουν ότι μια μετάλλαξη του νέου κορονωϊού, που εντοπίστηκε στα συγκεκριμένα θηλαστικά και μετά μεταδόθηκε ξανά σε ανθρώπους, θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητα ενός μελλοντικού εμβολίου Covid-19.
Ως αποτέλεσμα, αποφασίστηκε να εξαλειφθούν έως και 17 εκατομμύρια βιζόν, πράγμα που επιφέρει το τέλος της βιομηχανίας γούνας βιζόν στη Δανία, η οποία ανέρχεται σε δισεκατομμύρια κορόνες ετησίως. Ωστόσο, στη συνέχεια υπήρξε η γνωμοδότηση ότι η κυβέρνηση δεν είχε νομικά τη δικαιοδοσία να διατάξει τη σφαγή βιζόν έξω από τις ζώνες κινδύνου, που ορίζονται ως οι περιοχές εντός μιας συγκεκριμένης ακτίνας όπου υπήρξαν επιβεβαιωμένα περιστατικά σε βιζόν. Κατά τη διάρκεια της ώρας του πρωθυπουργού στο κοινοβούλιο την Τρίτη, η Φρέντερικσεν, είπε ότι θα ξεκινήσει μια επανεξέταση για το θέμα.
Η Υπηρεσία Κτηνιατρικής και Διοίκησης Τροφίμων δεν ενημέρωσε επίσημα τους μινκ αγρότες για το ζήτημα μέχρι την Τρίτη, παρόλο που η κυβέρνηση γνώριζε το ζήτημα, ήδη κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, αναφέρει το ειδησεογραφικό πρακτορείο Ritzau. Η πρωθυπουργός ομολόγησε ότι υπάρχει ευθύνη των αρχών. «Είναι σαφής προσδοκία μου ότι ο υπουργός περιβάλλοντος και τροφίμων οφείλει να επικοινωνεί με τους άμεσα ενδιαφερόμενους», είπε απαντώντας σε κοινοβουλευτικές ερωτήσεις. «Έχω μια σαφή προσδοκία ότι, όταν συμβαίνουν λάθη, διορθώνονται από τους υπουργούς», πρόσθεσε. Η πρωθυπουργός ζήτησε συγγνώμη για το ζήτημα και είπε ότι εξακολουθεί να υποστηρίζει τον υπουργό τροφίμων. Η Κτηνιατρική Υπηρεσία και η Διοίκηση Τροφίμων δήλωσαν στην επιστολή τους προς τους ιδιοκτήτες βιζόν την Τρίτη ότι ήταν «πολύ λυπηρό», που σε μια προηγούμενη επιστολή δεν διευκρινίστηκε ότι η απόφαση για τη σφαγή βιζόν εκτός των ζωνών κινδύνου βασίστηκε απλώς σε μια «σύσταση».
Η κυβέρνηση αντιμετωπίζει τώρα έντονες επιθέσεις από άλλα πολιτικά κόμματα για την οδηγία. «Η πρωθυπουργός έδωσε μια παράνομη οδηγία. Δεν έχω τη φαντασία να αποδεχτώ ότι δεν υπήρχε ούτε ένα άτομο, που να επεσήμανε ότι χρειάζεσαι νομική βάση για να σκοτώσεις μια ολόκληρη βιομηχανία », δήλωσε ο Γιάκομπ Ελλεμαν-Γιένσεν του κόμματος των Φιλελευθέρων (Venstre), του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης. Το αριστερό κόμμα, η «Κόκκινη Πράσινη Συμμαχία», κοινοβουλευτικός σύμμαχος της κυβέρνησης, χαρακτήρισε το ζήτημα «σοβαρό» για τη μελλοντική θέση του αρμόδιου υπουργού.
Σε κάθε περίπτωση πάντως η υπόθεση φέρνει ξανά στο επίκεντρο τις ανησυχίες πολλών επιστημόνων, τόσο για τις πιθανότητες μετάλλαξης του ιού, όσο και για τους κινδύνους που εγκυμονεί η βιομηχανική εκτροφή πρώην «άγριων ζώων» για την εμφάνιση και διάδοση και νέων ζωονόσων στο μέλλον.