Κινήσεις-έκπληξη για ταχύτερη αποπληρωμή του υφιστάμενου δημόσιου χρέους ετοιμάζει η κυβέρνηση. Στο τραπέζι των συζητήσεων μπαίνει για πρώτη φορά και σχέδιο για μείωση στο αποθεματικό ασφαλείας των 40 δισ. ευρώ, δηλαδή στο περίφημο «μαξιλάρι» που κάθε κυβέρνηση διατηρούσε ως κόρη οφθαλμού (ή ιερό δισκοπότηρο σε κάποιες περιπτώσεις) επί σχεδόν μια εξαετία, αλλά κοστίζει στο κράτος και στους πολίτες 450 εκατ. ευρώ τον χρόνο σε τόκους!

Στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, σε συνεννόηση και με τον ESM, φαίνεται να έχει ωριμάσει η ιδέα πως πρέπει να μπει χέρι στο περιβόητο «μαξιλαράκι», καθώς εξέλιπαν πια οι λόγοι για τους οποίους οι δανειστές το είχαν επιβάλει ως λύση το 2018, αντί να χορηγήσουν πιστοληπτική γραμμή… διά παν ενδεχόμενο στη χώρα.

Η στρατηγική αυτή στηρίζεται στην πρόωρη εξόφληση χρέους έως 5,3 δισ. ευρώ τον χρόνο (15-16 δισ. ευρώ συνολικά από φέτος μέχρι το 2026 ή 2027) που θα απαλλάξουν το Δημόσιο από ακριβά δάνεια του πρώτου μνημονίου, καθώς κοστίζουν σε τόκους 3,9%-4% τον χρόνο. Εκτός από οικονομικά συμφέρουσα, μια τέτοια εξέλιξη είναι εμβληματική γιατί οδηγεί στην εξαφάνιση του «μαξιλαριού» των 12 δισ. από τα δάνεια του 3ου Μνημονίου, τα οποία μένουν «κλειδωμένα» στην Τράπεζα της Ελλάδος από χρόνια.

Τέλος εποχής

Το 2018 η τότε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. είχε ταχθεί υπέρ του αποθεματικού ρευστότητας απορρίπτοντας την πρόταση της ΤτΕ για πιστωτική γραμμή που δεν θα κόστιζε χρήματα. Ετσι η χώρα δανείστηκε 9 δισ. ευρώ από τον ESM, άλλα 3 δισ. από τις αγορές και μαζί με άλλα 3,7 δισ. από υπερπλεόνασμα και υπερφορολόγηση μπήκαν συνολικά 15,7 δισ. σε έναν ειδικό λογαριασμό για εξυπηρέτηση του χρέους (cash buffer account) στην Τράπεζα της Ελλάδος. Το «μαξιλαράκι» των 37-40 δισ. συμπλήρωσαν τα τρέχοντα ρευστά διαθέσιμα των κρατικών φορέων (20-25 δισ. ευρώ διαχρονικά), τα οποία πάντως βρίσκονταν ήδη στα «συρτάρια» τους -αν και διάσπαρτα- σε ασφαλιστικά ταμεία, οργανισμούς ΝΠΔΔ κ.λπ. Μπήκαν όλα σε έναν λογαριασμό, χάνοντας την αυτοτέλεια που είχαν ως τότε.

Ο σκοπός για τους οποίους επελέγη το 2018 η λύση δημιουργίας cash buffer account, αλλά πλέον έχουν εκλείψει, ήταν:

1. Η δέσμευση της χώρας από τους πιστωτές της για μία 4ετία τουλάχιστον με ένα νέο δάνειο και ένα άτυπο (τέταρτο) μνημόνιο. Η διαφορά ήταν πως της έδωσαν όλα τα λεφτά μπροστά με τον όρο να μην μπορεί να τα αγγίξει καμία κυβέρνηση (παρά μόνο για να αποφύγει πιστωτικό επεισόδιο όπως του 2015) αντί για δόσεις κατόπιν αξιολόγησης ανά τρίμηνο. Οι έλεγχοι συνεχίστηκαν ανά εξάμηνο. Στις 20 Αυγούστου 2022 έκλεισε η περίοδος της «αυξημένης εποπτείας» (όπως επισήμως ονομάστηκε) και με τη θετική πορεία της οικονομίας εξέλιπε ο λόγος διακράτησης των δανείων σε κλειστό λογαριασμό. Ωστόσο εκείνα τα 15,7 δισ. κόστισαν πάνω από 200 εκατ. ετησίως ή 1 δισ. μέχρι σήμερα σε τόκους!

2. Η ανάγκη να διαθέτει… για τα μάτια των επενδυτών η χώρα (εν είδει κουμπαρά) ένα ποσό που να καλύπτει τις υποχρεώσεις πληρωμών χρέους έως 1 έτος μπροστά. Θεωρούνταν εχέγγυο για να μη φοβούνται οι αγορές να δανείσουν την Ελλάδα στη μεταμνημονιακή εποχή – αντί για την ομπρέλα προστασίας που θα γνώριζαν οι επενδυτές πως είχε η χώρα αν άνοιγε μία αντίστοιχου ύψους πιστοληπτική γραμμή 12-15 δισ. για… ώρα ανάγκης. Οπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, πάντως, δεν χρειάστηκαν ποτέ τα χρήματα αυτά μετά το 2018.

3. Η εμπιστοσύνη και η ηρεμία των αγορών για να μπορεί να δανείζεται φθηνότερα ή με αξιοπρεπείς όρους η χώρα όσο παρέμενε η μοναδική στην Ε.Ε. χωρίς επενδυτική βαθμίδα. Ο λόγος αυτός εξέλιπε στα τέλη του 2023, οπότε η Ελλάδα ανέκτησε την επενδυτική βαθμίδα. Στην πράξη, όμως, οι αγορές αξιολογούσαν νωρίτερα την Ελλάδα σαν να είχε επενδυτική βαθμίδα χάρη στις υψηλές επιδόσεις της οικονομίας της – και όχι πια για τα λεφτά που είχε στην «προθήκη» της (cash buffer) ώστε να τα βλέπουν οι ξένοι επενδυτές.

1,2 δισ. κόστισε το «μαξιλάρι»

Η απόφαση για πρόωρη αποπληρωμή χρέους 5,3 δισ. από φέτος και στα επόμενα χρόνια -πέρα από τις ετήσιες ανάγκες εξυπηρέτησης χρέους– θεωρείται ειλημμένη. Και θα γίνει αξιοποιώντας είτε τα λεφτά από το «κλειδωμένο» cash buffer, είτε μέρος των διαθεσίμων που απομένει ελεύθερο (24 δισ. ευρώ σήμερα) από τα υπόλοιπα ταμειακά διαθέσιμα.

Για να διακρατά το κράτος συνεχώς και βρέξει χιονίσει 35-40 δισ. ευρώ στα ταμεία του -αντί να αποπληρώνει χρέη-το ετήσιο κόστος σε τόκους σήμερα ανέρχεται σε τουλάχιστον 450 εκατ. ευρώ (με μέσο ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης δημοσίου χρέους 1,34%). Ειδικά όμως για τα 12 από τα 15,7 δισ. που παραμένουν «κλειδωμένα», η χώρα πλήρωνε σε τόκους στους δανειστές πάνω από 210 εκατ. ευρώ κάθε χρόνο. Μια εξαετία μετά, το κόστος για να βλέπουν οι αγορές τα λεφτά «κλειδωμένα» στον λογαριασμό του χρέους φτάνει στα 1,2 δισ. ευρώ, που τα επωμίστηκαν ή τα στερήθηκαν οι φορολογούμενοι!

Πώς συνέβη αυτό;

Η χώρα δανείστηκε τα 9 δισ. ευρώ από τον ESM με επιτόκιο 1,1%, ενώ άλλα 3 δισ. από τις αγορές με επιτόκιο 3,75%. Κατέβαλλε δηλαδή τόκους 99 εκατ. ευρώ ετησίως για το «επίσημο» δάνειο και άλλα 110 εκατ. ευρώ στις αγορές. Πλέον, η δυναμική της οικονομίας απελευθερώνει περιθώρια για να προβεί η κυβέρνηση σε πρόωρες αποπληρωμές χρέους έως 15 ή 16 δισ. σε βάθος τριετίας ή τετραετίας, ελαφρύνοντας το κόστος εξυπηρέτησης χρέους κατά 200 εκατ. και άνω ετησίως.

Το πραγματικό όφελος θα είναι πολλαπλάσιο όμως γιατί με τα λεφτά αυτά θα αποπληρωθούν ακριβά δάνεια του πρώτου μνημονίου από την Ευρωζώνη. Ανέρχονται σε 52,9 δισ. και έχουν διάρκεια αποπληρωμής έως το 2040 με επιτόκιο Euribor 3 μηνών + 0,5%. Το Euribor 3μήνου είναι σήμερα 3,94%. Αυτό μεταφράζεται σε ελάφρυνση από χρέη με επιτόκια 4,5%, δηλαδή όφελος περίπου 700 εκατ. ευρώ τον χρόνο (όσο και οι αυξήσεις που δόθηκαν στο Δημόσιο) μόλις εξοφληθούν 15-16 δισ. από τα δάνεια αυτά.