Σκηνές από τη στιγμή που η παραλία αλλάζει
Όλοι κοιτούσαν τα ρολόγια τους. Οι τελευταίες πιρουνιές από το πιάτο. Οι τελευταίες ρουφηξιές από τα ποτήρια που έπρεπε να αδειάσουν. Οι λογαριασμοί έπρεπε να τακτοποιηθούν.
Η μέρα – μάλλον η βραδιά τέλειωνε – και η απαγόρευση άρχιζε. Εκεί γύρω στις δώδεκα παρά ένα, αστραπιαία όλα άλλαξαν. Θαμώνες και γκαρσόνια σε εγρήγορση. Οι πρώτοι να προλάβουν να φύγουν, οι δεύτεροι να μαζέψουν, να τακτοποιήσουν να… κλείσουν!
Ώρα 12.00 και η παραλία γεμίζει από παρέες που μέχρι πριν από ένα λεπτό έτρωγαν, έπιναν, διασκέδαζαν, γελούσαν ανέμελα και κορόιδευαν το καλοκαίρι του κορονοϊού.
Ώρα 12.00 και η εικόνα ξαφνιάζει. Άδεια εστιατόρια, άδειες μπαρ και καφετέριες. Λες και έγινε σεισμός, λες και έγινε διακοπή ρεύματος, λες και σήμανε συναγερμός.
Ώρα 12.00 και η παραλία γεμίζει κόσμο που αρνείται να πάει «από τώρα» για ύπνο, γιατί είναι Αύγουστος, γιατί είναι διακοπές, γιατί είναι καλοκαίρι.
Έτσι απλά αλλάζουν οι συνήθειες, αλλάζουν οι συνθήκες, αλλάζουν τα καλοκαίρια μας. Και αυτό το τελευταίο είναι το χειρότερο.
Ώρα 12.00 οι πιο προνοητικοί έχουν εφοδιαστεί με take away ποτό ή σάντουιτς και σουβλάκι. Η ζωή συνεχίζεται και μετά τις 12. Σε άλλα σημεία, σε άλλα στέκια, σε παραλίες και σε βεράντες, με καινούργια ανέκδοτα, με έξυπνες ατάκες που σατιρίζουν την επικαιρότητα.
Το καλοκαίρι παραμένει εδώ.