Κι επειδή Ιστορία δεν είναι μόνο πόλεμοι, συνθήκες, εκλογές και παραιτήσεις κυβερνήσεων, στις 5 Ιανουαρίου 1950 ο Αλέξανδρος Γ. Πωπ γράφει για τη φοιτητική ζωή της Αθήνας του 1900. Για τα φλερτ και τις μουσικές των νέων που είχαν γεννηθεί περίπου το 1880 και η γέννηση τους απείχε από την Επανάσταση του 1821, όσο απέχει η γέννηση των σημερινών 20άρηδων από τον πόλεμο του 1940.


«ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ, 5.1.1950, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

«Στη συνοικία της Νεαπόλεως κάτω από τον Λυκαβηττό βρισκόταν, όπως βρίσκεται και σήμερα η συνοικία των φοιτητών. Εκεί κάθε νεαρός επαρχιώτης που ονειρευόταν να κατακτήση την Αθήνα «διά μέσου της επιστήμης» ερχόταν να εγκατασταθή σ’ ένα οποιαδήποτε μικρό δωματικάκι με οποιαδήποτε χοντρή νοικοκύρα, και περνούσε τα πρωινά του στις Πανεπιστημιακές σχολές, ενώ το βραδάκι προτιμούσε από το διάβασμα, το εύθυμο και ρωμαντικό γλέντι των φοιτητών της εποχής εκείνης».

Οι καντάδες, οι μοδιστρούλες και οι ανηψιές

Η οικονομική στενότητα των νέων της εποχής και φυσικά το ορμητικό μουσικό ρεύμα της Επτανησιακής Σχολής ευνόησαν τις καντάδες.

«Με τα ελάχιστα οικονομικά μέσα που διέθεταν οι φοιτηταί του 1900 δεν αντλούσαν βέβαια από το βαλάντιον την χαράν της ζωής. Κάθε άλλο μάλιστα! Οι πενταροδεκάρες ήταν κάτι το πολύ συνηθισμένο για τις τσέπες τους και φυσικά με πενταροδεκάρες ήταν δύσκολο ακόμα και τα ευλογημένα εκείνα χρόνια όπου δένανε τους σκύλλους με λουκάνικα.

»Το ρίχνανε λοιπόν στην καντάδα και την ρετσινούλα με ελαφρό μεζέ για προσφαγί, και για παρέα είχανε μικρές μοδιστρούλες της οδού Αιόλου, ή οι πιο τυχεροί – την κόρη ή την ανηψιά της νοικοκυράς».

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον γεννήθηκαν, όπως γράφει ο Πωπ «όλες οι καλλιτεχνικές κινήσεις που σήμερα αποτελούν την υπερηφάνεια των Αθηναίων».

Έτσι γεννήθηκαν και τα ορχηστρικά σύνολα μαντολίνου στην Αθήνα, οι αθηναϊκές μαντολινάτες. 

Η ιστορική «Αθηναϊκή Μανδολινάτα»

«Είνε γέννημα θρέμμα της συνοικίας της Νεαπόλεως – η «Αθηναϊκή μανδολινάτα. Το μαντολίνο μαζύ με την κιθάρα είνε το μουσικό όργανο των φτωχών, αντίθετα από το “κλειδοκύμβαλον” που πρέπει να έχη κανείς μία περιουσία ολόκληρη για να το αποκτήση.

»Μόνο οι μποέμηδες και οι πραγματικά ρωμαντικοί μπορούν να νοιώσουν την ηδονή από το παίξιμο της κιθάρας και  μόνο όσοι λατρέψανε το φεγγαρίσιο φως  και το προτιμούσαν από τους πολυελαίους πλουσίων και πολυτελών αιθουσών, έχουν το δικαίωμα να μιλούν για καντάδα, μαντολίνο και κιθάρα»

Έτσι μέσα από τον ρομαντισμό, την μποέμικη ελαφρότητα της σημερινής Νεάπολης Εξαρχείων και της συνοικίας της Πλάκας γεννήθηκε ένα σπουδαίο μουσικό σύνολο.

«Εκεί γεννήθηκε, εκεί μεγάλωσε και εκεί μέστωσε για να φτάση στον σημερινό σπουδαίο καλλιτεχνικό οργανισμό. Σ’ ένα από τα φτωχικά δωματιάκια μπήκαν οι βάσεις της αθηναϊκής μαντολινάτας».

Τέσσερις φοιτητές, ο Νικόλαος Λάβδας, που δάσκαλό του είχε τον θεμελιωτή ελληνικού μελοδράματος Διονύσιο Λαυράγκα, ο Κωνσταντίνος Λάβδας, ο Βασίλειος Μήτσου και ο Γεώργιος Ψύλλας ίδρυσαν την «Αθηναϊκή Μανδολινάτα»

«Ήταν όλοι ερασιτέχνες της κιθάρας και του μαντολίνου και τα τραγούδια τους – σερενάτες στις ώμορφες της γειτονιάς – είχανε κάψει ως τότε πολλές καρδίες.


Η «Αθηναϊκή Μανδολινάτα» λίγα χρόνια μετά την ίδρυσή της

Ο κανόνας δημιουργίας των νεανικών μουσικών συγκροτημάτων/συνόλων μοίαζει να παραμένει ο ίδιος σε όλες τις δεκαετίες και τα ήδη μουσικής.

Ο έρωτας εμπνέει και δημιουργεί τέχνη και εν συνεχεία η τέχνη επιστρατεύεται για να ευοδωθεί ο έρωτας.

Η επτανησιακή μουσική ενέπνευσε τους νέους της Αθήνας και επιστρατεύθηκε μέσω της καντάδας ως κύριο όπλο των ρομαντικών τους προσεγγίσεων και εν συνεχεία οδήγησε στη γέννηση ενός μουσικού σχήματος που θα αποκτούσε  μεγάλη φήμη ακόμα και εκτός Ελλάδος και, το σημαντικότερο, θα άφηνε το σημάδι του στην ελληνική μουσική των αρχών του 20ου αιώνα.

ΠΗΓΗ: in.gr