Την ίδια εκτίμηση για την… ευστοχία των συμμάχων έχει κάνει και ο Γ. Χατζημανωλάκης, που έχει γράψει (περιοδικό «Πειραϊκά», Τόμος 1 - Ιανουάριος 2003) ότι ο βομβαρδισμός «υπήρξε και άστοχος και άσκοπος, αφού οι βόμβες, ιδιαίτερα των αμερικανικών αεροπλάνων δεν έπληξαν κανένα στόχο […] βομβάρδιζαν την πόλη χωρίς να πλήττουν κανένα πολεμικό στόχο, έτσι στην τύχη - θα έλεγε κανείς [...]».
Σύμφωνα με την καταγραφή της δράσης της Αεροπορίας των ΗΠΑ στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, για εκείνη την ημέρα αναφέρονται τα εξής:
«Στρατηγική δραστηριότητα (15η Αεροπορική Δύναμη): Β-17 με συνοδευτικά P-38 βομβάρδισαν το λιμάνι του Πειραιά, στην Ελλάδα, αυτοί κατέστρεψαν 8 επιθετικά αεροσκάφη, 6 Β-17 χάθηκαν μετά από εναέριες συγκρούσεις σε βαριά συννεφιά».
Πιο κατατοπιστικές είναι οι βρετανικές αναφορές, που παρουσιάζει η «Εφ.Συν.», για τις απώλειες των αεροσκαφών της 301ης Ομάδας Βομβαρδιστικών, η οποία επιχείρησε, δύο φορές, το βράδυ της ίδιας μέρας (19.22 έως 21.40 η πρώτη και 21.57 έως 23.15 η άλλη).
Στο απολογιστικό σημείωμα της αεροπορικής επιχείρησης αναφέρεται ότι «τα σύννεφα ήταν πολύ παχιά (η κάλυψη νεφών ήταν 10/10) και η ορατότητα δεν ήταν πολύ πέρα από τα ακροπτερύγια, γεγονός που καθιστά δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να δεις άλλα αεροσκάφη. Υπήρχε επίσης πάγος. Αυτές θα ήταν δύσκολες συνθήκες για “μοναχικά” αεροσκάφη και ήταν εξαιρετικά επικίνδυνες για σχηματισμούς βομβαρδιστικών».
Ετσι, 19 λεπτά πριν φτάσουν στον στόχο τους οι Βρετανοί, άρχισε η μεταξύ τους «αερομαχία».
Δύο αεροσκάφη της 97ης Ομάδας πέταξαν σχεδόν μπροστά από τον επικεφαλής (σμήναρχο) της 301ης Ομάδας και κάποια στιγμή έγινε η σύγκρουση, καθώς τα φορτωμένα και παγωμένα Β-17 δεν ήταν εύκολο να επανέλθουν σε κανονική πορεία, ιδιαίτερα επειδή πετούσαν πολύ υψηλά.
Ο κυβερνήτης John Wallace σε αναφορά του υπογράμμισε, την επόμενη μέρα, τα εξής:
«Πετούσαμε σε σταθερή κατεύθυνση και ρυθμό ανόδου όταν δύο αεροπλάνα ήρθαν έξω από τον καιρό περίπου 20 μοίρες στα αριστερά μας. Πετούσαν σε σχηματισμό. Το ένα ήρθε πάνω από τη δεξιά πλευρά μας και το άλλο πήγε κάτω στην αριστερή πλευρά. Το ένα χτύπησε στη δεξιά πλευρά μας το αεροπλάνο και μας έβγαλε από τη ζώνη ασφαλείας. Ο σμήναρχος έχασε περίπου 2.000 πόδια [ύψος], βγήκε έξω και επανήλθε σε περίπου ένα λεπτό».
Ομως, άλλοι δεν τα κατάφεραν. Εκεί χάθηκαν 5 βομβαρδιστικά της 301ης Ομάδας και δύο της 97ης Ομάδας.
Στην αναφορά για την απώλεια του ενός βομβαρδιστικού της 301ης Ομάδας αναφέρεται ως αιτία «εναέρια σύγκρουση με αεροσκάφος άλλου σχηματισμού ενώ πετούσε ανάμεσα σε 10/10 συννεφιά».
Ο William Bates στην αναφορά του στις 12 Ιανουαρίου 1944 αναφέρει τα εξής:
«Πετούσαμε μαζί σε σχηματισμό. Εμείς χτυπηθήκαμε στην ουρά, κοίταξα έξω από το παράθυρο και είδα την έκρηξη, μια κόκκινη μπάλα φλόγας. Είδα κάτι που νόμιζα ήταν ένα κλειστό αλεξίπτωτο και φλεγόμενο».
Ο Felton Pullin, που ήταν πλήρωμα στο αεροσκάφος #42-30106, ανέφερε τα εξής:
«Εμείς πετούσαμε στα σύννεφα. Κατάλαβα μια έκρηξη, η οποία χτύπησε εμάς στο πλάι. Επεσα στο πάτωμα. Είδα ένα μεγάλο κομμάτι καμένου αεροπλάνου να πέφτει πίσω μας. Το αεροσκάφος #42-303 57, που είχε πιλότο τον Ρίτσαρντ Γουίλιαμς, χτυπήθηκε στο πίσω μέρος του και ξεκίνησε να πέφτει προς τα κάτω».
Σε άλλο έγγραφο της 12ης Ιανουαρίου διαβάζουμε ότι τρία από τα αεροσκάφη της 301ης Ομάδας έπεσαν «πάνω από τον στόχο της αποστολής της 11ης Ιανουαρίου 1944, στο λιμάνι του Πειραιά, στην Ελλάδα».
Μέσα σ' αυτό το χάος, ο τραγικός απολογισμός του «τυφλού» βομβαρδισμού στον Πειραιά ίσως εξηγείται. Οι αρχικές εκτιμήσεις για 1.000 ή 2.000 θανόντες θεωρούνται υπερβολικές.
Οι θάνατοι στη διάρκεια του βομβαρδισμού της 11ης Ιανουαρίου 1944 υπολογίζονται σε περίπου 700, αλλά στο ταφολόγιο στο νεκροταφείο της Ανάστασης, όπου τελείται κάθε χρόνο μνημόσυνο, υπάρχουν 492 ονόματα.
Αυτό αποδίδεται στο ότι άλλοι θάφτηκαν ανώνυμα σε λάκκους, χωρίς να δοθούν τα στοιχεία τους, άλλοι στην Αθήνα, όταν μεταφέρθηκαν ως τραυματίες, μερικοί σκόπιμα δεν δηλώθηκαν από τους συγγενείς για να κρατήσουν τα δελτία τροφίμων τους ώστε να πάρουν τη μερίδα που τους αναλογούσε - 30 δράμια ψωμιού.
Τα περισσότερα θύματα σημειώθηκαν σε δημόσια κτίρια που καταστράφηκαν από βόμβες (Γραφεία ΙΚΑ, Εισαγγελία Πειραιώς, που στεγαζόταν εκεί που βρίσκεται σήμερα το δημαρχιακό μέγαρο), στο εστιατόριο Βίρβου-Τελειώνη στη Βασ. Κωνσταντίνου (σημερινή Ηρώων Πολυτεχνείου και Τσαμαδού), στο καταφύγιο της Ηλεκτρικής Εταιρείας αλλά και στον σταθμό του Πειραιά που καταστράφηκε ολοσχερώς.
Οπως ήταν αναμενόμενο, η γερμανική προπαγάνδα εκμεταλλεύτηκε το γεγονός όχι μόνο διότι δεν είχαν πληγεί στρατιωτικοί στόχοι αλλά, ταυτόχρονα, της δινόταν η ευκαιρία να στρέψει την -δικαιολογημένη- οργή, τη θλίψη και την απορία του ελληνικού λαού εναντίον των συμμάχων.
Μάλιστα, λίγους μήνες μετά, στις 11 Ιουνίου του 1944, με εντολή των Αρχών Κατοχής εκδίδεται μία δήθεν αναμνηστική, αλλά στην πραγματικότητα προπαγανδιστική, σειρά δέκα γραμματοσήμων, με λιθογραφική επισήμανση «Βομβαρδισμός Πειραιώς».
Οι άλλοι βομβαρδισμοί του Πειραιά
Ο Πειραιάς από την αρχή της εμπλοκής της Ελλάδας στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο έγινε πολλές φορές στόχος βομβαρδισμών. Σύμφωνα με μία στατιστική που είχαν την υπομονή να τηρήσουν δύο νεαροί, τότε, Πειραιώτες, οι Θεοδ. και Δημ. Θωμ. Θεοφανίδης, στη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου (28/10/1940- 5/4/1941) οι σειρήνες ήχησαν 23 φορές.
Σοβαρότερος από τους βομβαρδισμούς των Ιταλών πρέπει να ήταν της 4ης ή 5ης Νοεμβρίου 1940, με «αρκετά θύματα», σύμφωνα με το «Προσωπικόν Ημερολόγιον» του Ι. Μεταξά (Τόμος 4ος σελ. 527. Πηγή: Γ. Χατζημανωλάκης «Ο Πειραιάς και η ιστορική διαδρομή του 2600 π.Χ-2009 μ.Χ.»).
Ομως, στις 6 Απριλίου 1941, με την έναρξη της γερμανικής επίθεσης κατά της Ελλάδας, το επίνειο γνωρίζει τη φρίκη.
Σύμφωνα με την απόρρητη εβδομαδιαία αναφορά του Γραφείου Πολέμου της Αγγλίας, που παρουσιάζει η «Εφ.Συν.»:
Εγινε μια βαριά επιδρομή στον Πειραιά από 10 γερμανικά αεροσκάφη τη νύχτα της 6ης προς 7η [Απριλίου 1941], η οποία έβγαλε το λιμάνι εκτός λειτουργίας για μερικές ημέρες. Περίπου 12 νάρκες ποντίστηκαν στο λιμάνι, αλλά τα αντιτορπιλικά “Αίας” (“Ajax”) και “Καλκούτα” κατάφεραν επιτυχώς να βγουν έξω. Το ατμόπλοιο “Clan Fraser”, 7.529 τόνων, με 350 τόνους ΤΝΤ [τρινιτροτολουόλης] και παραπλεύρως σε αυτό βρίσκονταν άλλοι 100 τόνοι, ανατινάχτηκαν και τα δύο. Πολλές φωτιές προκλήθηκαν και στα πλοία και στο λιμάνι.
Ο Γ. Χατζημανωλάκης θεωρεί ότι «από λαθεμένες εκτιμήσεις των αρμοδίων -Ελλήνων και Αγγλων, που ήταν υπεύθυνοι για την εκφόρτωση του πολεμικού υλικού-, εκείνα τα πλοία που έπρεπε να φύγουν από το λιμάνι, παραμένουν. Ανευθυνότητα, που θα πληρώσει με πολύ ακριβό τίμημα το ίδιο βράδυ ο Πειραιάς».
Οι Γερμανοί είχαν επισημάνει, με αναγνωριστικές πτήσεις, τον στόχο τους, που είναι το «Clan Fraser», με φορτίο το ΤΝΤ, που χρησιμοποιείται για γόμωση ναρκών.
Η αεροπορική επιδρομή ξεκινάει στις 9.20 το βράδυ της 6ης Απριλίου. «Ενας φοβερός βομβαρδισμός που διαρκεί 2 ½ ολόκληρες ώρες!» με εκρηκτικές και εμπρηστικές βόμβες.
Στο ατμόπλοιο ξέσπασε πυρκαγιά, που επεκτάθηκε σε άλλα πλοία, φορτηγίδες και σιδηροδρομικά βαγόνια με εμπορεύματα και είναι αδύνατο να σβηστεί.
Ετσι, στις 3.20 τα ξημερώματα το ατμόπλοιο τινάζεται κυριολεκτικά στον αέρα, με τον απόηχο της έκρηξης να φτάνει μέχρι την Αθήνα!
«Ουσιαστικά σημειώθηκαν τρεις διαδοχικές εκρήξεις. Από την έκρηξη διαλύθηκε το Clan Fraser και τα πυρακτωμένα σίδερα εκτοξευθέντα βύθισαν πλοία, κατέστρεψαν κτήρια της προκυμαίας και κομμάτια βρέθηκαν σε μεγάλες αποστάσεις. Ενα από αυτά ακόμα βρίσκεται σφηνωμένο σε δένδρο του κήπου παράπλευρα της εκκλησίας του Αγίου Σπυρίδωνος, ενώ μια δέστρα προσγειώθηκε σε μπαλκόνι της οδού Ζαννή», αναφέρει στο βιβλίο του ο αντιναύαρχος Λ.Σ. Χρήστος Ε. Ντούνης [«Τα ναυάγια στις ελληνικές θάλασσες» Τόμος Α' (1900-1950), εκδόσεις FINATEC ΑΕ].
Από εκείνη την ημέρα μέχρι την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα (27/4/41) ο Πειραιάς βομβαρδίζεται συνεχώς. Μέσα σε ένα εικοσαήμερο γίνονται 55 αεροπορικές επιδρομές, δηλαδή 2-3 την ημέρα!
Η δοκιμασία συνεχίστηκε στη διάρκεια της κατοχής από βομβαρδισμούς της συμμαχικής αεροπορίας, αφού μέχρι την απελευθέρωση έγιναν από τους συμμάχους 161 βομβαρδισμοί, με πιο καταστροφικό αυτόν της 11ης Ιανουαρίου.
Πηγή έμπνευσης
Η μεγάλη καταστροφή του Πειραιά τον Ιανουάριο του 1944 αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τη δημιουργία ποιημάτων ή τραγουδιών, όπως συνέβαινε σε πολλά μεγάλα γεγονότα, χαρμόσυνα ή λυπητερά.
Εχουν καταγραφεί αυτοσχέδια ποιήματα, με χαρακτηριστικά δημώδους ποίησης, ενώ υπάρχει και ένα ρεμπέτικο τραγούδι σε στίχους και μουσική του Μιχάλη Γενίτσαρη, που πρωτοκυκλοφόρησε το 1980 ερμηνευμένο από τον Γιώργο Νταλάρα (περιλαμβάνεται στο LP «Ρεμπέτικα της Κατοχής», MINOS DAL-MSM 391, 1980) με τίτλο «Επιδρομή στον Πειραιά». (Πηγή: 24grammata.com)
«Εμάθατε στον Πειραιά επιδρομή μεγάλη, γκρεμίσανε τα σπίτια μας πω, πω, ζημιά μεγάλη.
Μέρα και νύχτα ρίχνανε μπόμπες τ’ αρεοπλάνα κι έχαν’ η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα.
Σκορπούσανε το θάνατο και ρίχνανε αράδα και τον Περαία γκρέμισαν και την Αγιά Τριάδα.
Μπόμπες πολλές ερίξανε μέσα στο Τελωνείο και τον Περαία κάνανε σωστό νεκροταφείο»
Πηγή: efsyn.gr