Mείωση κατά 2,84% στο μέσο διαθέσιμο οικογενειακό εισόδημα έφερε ο κορωνοϊός το 2020, παρά τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση για τη στήριξη των εργαζομένων, σύμφωνα με τα στοιχεία του προσχεδίου προϋπολογισμού το οποίο κατέθεσε το υπουργείο Οικονομικών στην Ευρωπαϊκη Επιτροπή.
1. Το μέσο ισοδύναμο διαθέσιμο οικογενειακό εισόδημα προ κορωνοϊού το 2020 υπολογιζόταν στις 10.240 ευρώ. Πρόκειται για το εισόδημα που έχει στη διάθεσή του το νοικοκυριό για να καταναλώσει και να αποταμιεύσει, αφού αφαιρεθούν οι φόροι και οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, αλλά και αφού εισπραχθούν οι πιθανές κοινωνικές μεταβιβάσεις (επιδόματα κ.λπ.). Μετά την πανδημία, το εισόδημα αυτό υπολογίζεται ότι θα είναι 291,31 ευρώ λιγότερο ή μειωμένο κατά 2,84%. Εχουν συνυπολογισθεί τα μέτρα στήριξης, που επηρεάζουν άμεσα τα νοικοκυριά, όχι αυτά που στηρίζουν τις επιχειρήσεις.
2. Η μείωση είναι εντονότερη στα υψηλότερα εισοδήματα, ενώ στο χαμηλότερο δεκατημόριο των εισοδημάτων (μέσο εισόδημα 2.945 ευρώ) σημειώνεται αύξηση 1,94%, προφανώς λόγω των μέτρων στήριξης. Στο υψηλότερο δεκατημόριο (μέσο εισόδημα 25.282 ευρώ) η μείωση είναι 5,5%.
4. Η ανισότητα μειώνεται μετά τη λήψη των μέτρων στήριξης, σε σύγκριση με την προ κορωνοϊού κατάσταση. Συγκεκριμένα, ο δείκτης Gini, που ήταν προ κορωνοϊού 0,3180 μονάδες, μειώνεται κατά 0,0067 μονάδες. Αντίθετα, το 2021 αυξάνεται η ανισότητα, μετά τη λήψη των μέτρων για τη μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης και εισφορών κοινωνικής ασφάλισης καθώς και με τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Ο δείκτης Gini αυξάνεται κατά 0,0039 μονάδες.
5. Ο δείκτης φτώχειας ήταν στο 18,05% προ κορωνοϊού για το σύνολο του πληθυσμού, και αυξάνεται, παρά τα μέτρα, το 2020 κατά 0,42%. Εξαίρεση αποτελεί η ηλικία άνω των 65 ετών, όπου μειώνεται κατά 0,06%, προφανώς λόγω των αναδρομικών των συντάξεων. Αντίθετα, το 2021, μετά τη λήψη όλων των μέτρων, η φτώχεια μειώνεται κατά 0,11%, σε σύγκριση πάντα με το προ κορωνοϊού επίπεδο του 2020, με εξαίρεση τους άνω των 65 ετών, όπου αυξάνεται κατά 0,02%. Ως όριο της φτώχειας είναι το εισόδημα 5.260,84 ευρώ.
Eιρήνη Χρυσολωρά/ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ