Οκαταιγισμός διαταγμάτων που υπέγραψε ο Ντόναλντ Τραμπ από την πρώτη κιόλας μέρα που ανέλαβε τα καθήκοντά του, αυτή την εβδομάδα, επαναπροσανατολίζουν την αμερικανική κυβέρνηση προς τα δεξιά και, παράλληλα, συγκεντρώνουν περισσότερη εξουσία στον Λευκό Οίκο.

Τα διατάγματα αφορούν από τη μετανάστευση και τα φύλα μέχρι τη συμμετοχή των ΗΠΑ σε διεθνείς οργανισμούς και συνθήκες. Μερικά από αυτά έχουν άμεση επίπτωση στην αμερικανική πολιτική, άλλα είναι περισσότερο συμβολικά και άλλα ήδη αμφισβητούνται από τα δικαστήρια στις ΗΠΑ.

Με τα διατάγματα αυτά, ο αμερικανός πρόεδρος εκπληρώνει μερικές από τις προεκλογικές του υποσχέσεις, αντιστρέφει πολιτικές του προκατόχου του Τζο Μπάιντεν, δίνει έναν τόνο έντονα MAGA (Make America Great Again) στη διακυβέρνησή του και προκαλεί τα δικαστήρια, το Κογκρέσο και την κατακερματισμένη αντιπολίτευση των Δημοκρατικών αν «τολμούν» να τον σταματήσουν. «Το Βήμα» ζήτησε από πέντε ειδικούς να σχολιάσουν καθεμία από τις κυριότερες αποφάσεις του αμερικανού προέδρου

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ

Δήλωση Τραμπ:

«Αρχικά, κηρύσσω κατάσταση έκτακτης ανάγκης στα νότια σύνορά μας. Κάθε παράνομη είσοδος σταματά αμέσως και θα ξεκινήσουμε τη διαδικασία επιστροφής εκατομμυρίων αλλοδαπών εγκληματιών στα μέρη απ’ όπου ήρθαν».

Το Μεταναστευτικό, οι ΗΠΑ και εμείς

Δημήτρης Καιρίδης, βουλευτής ΝΔ, πρώην υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου

«Η αύξηση των μεταναστευτικών ροών υπήρξε βασικό επιχείρημα της σφοδρής κριτικής του Ντόναλντ Τραμπ για τα πεπραγμένα της προεδρίας Μπάιντεν. Η αλήθεια είναι ότι σήμερα οι ροές έχουν περιοριστεί μετά τη λήψη έκτακτων μέτρων από τον ίδιο τον Μπάιντεν.

Ομως, εξίσου αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν καθυστέρησε στη λήψη τους και επέτρεψε να δημιουργηθεί κρίση στα σύνορα των ΗΠΑ με το Μεξικό μετά το τέλος της πανδημίας. Ηδη ο πρόεδρος Τραμπ έχει υπογράψει διατάγματα και έχει ανακοινώσει πρόσθετα μέτρα που θα περιορίζουν τη μετανάστευση και τα δικαιώματα των μεταναστών, σύμφωνα με τις προεκλογικές του δεσμεύσεις.

Είναι βέβαιο ότι πολλά από αυτά θα αντιμετωπίσουν την αντίδραση τόσο της δικαστικής εξουσίας όσο και των πολιτειακών αρχών που ελέγχονται από τους Δημοκρατικούς. Η απέλαση όλων των μεταναστών που δεν βρίσκονται νόμιμα στη χώρα δεν θεωρείται εφικτή.

Ωστόσο, το βασικότερο πρόβλημα στην εφαρμογή μιας πιο αυστηρής μεταναστευτικής πολιτικής είναι η σύγκρουση που αυτή αναπόδραστα προκαλεί μεταξύ των συμφερόντων της αμερικανικής οικονομίας, που χρειάζεται εργατικά χέρια, και του σκληρού πυρήνα της λαϊκής βάσης των ψηφοφόρων του Τραμπ.

Η σύγκρουση αυτή ήδη διαφάνηκε πριν από την ορκωμοσία του, με τις σχετικές δηλώσεις του Ιλον Μασκ υπέρ της νόμιμης μετανάστευσης. Σε κάθε περίπτωση, απομένει να φανεί η εφαρμογή και το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής καθώς και η στάση των ΗΠΑ έναντι του διεθνούς θεσμικού πλαισίου για το άσυλο και την προστασία των προσφύγων.

Θα ήταν λάθος να θεωρήσει κανείς πως ό,τι συμβαίνει στα σύνορα ΗΠΑ – Μεξικού δεν μας αφορά. Και αυτό γιατί οι μεταναστευτικές ροές είναι διεθνοποιημένες και εύκολα ανακατευθύνονται, ανάλογα με τα εμπόδια που στο διάβα τους συναντούν.

Κατά την επίσκεψή μου στις ΗΠΑ, τον Φεβρουάριο του 2024, ως υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, μου εξηγήθηκε από τους αμερικανούς συνομιλητές μου ότι μόνο το 2023 50.000 τούρκοι πολίτες είχαν περάσει στις ΗΠΑ μέσω Μεξικού. Αυτό σημαίνει ότι αν ο εκεί δίαυλος κλείσει, η μεταναστευτική πίεση προς την Ευρώπη μπορεί να αυξηθεί. Αυτό που χρειάζεται είναι η κατανόηση των αλληλεπιδράσεων του Μεταναστευτικού σε πλανητικό επίπεδο και η έγκυρη αντίδραση στις εξελίξεις.

Η Ευρώπη χρειάζεται μια σύγχρονη, ρεαλιστική και, κατά το δυνατόν, ενιαία μεταναστευτική πολιτική, που θα διαφυλάττει τα συμφέροντά της και θα επιτελεί το ανθρωπιστικό της καθήκον, σύμφωνα με τον διεθνή νόμο. Οι κραυγές της μίας πλευράς και οι αφέλειες της άλλης σίγουρα δεν βοηθούν.

Η Ευρώπη έχει εξωτερικά σύνορα που οφείλει να προστατεύει, καταπολεμώντας τα δίκτυα διακίνησης της παράνομης μετανάστευσης, αλλά, ταυτόχρονα, χρειάζεται τη λελογισμένη και επιλεκτική νόμιμη μετανάστευση, σύμφωνα με τις ανάγκες της οικονομίας της και τις προτεραιότητες των κοινωνιών της. Αυτό προσπαθεί να πετύχει η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας, γύρω από την οποία στοιχίζονται ολοένα και περισσότεροι στην Ευρώπη».

 

ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΥΓΕΙΑΣ

Δήλωση Τραμπ:

«Πληρώναμε 500 εκατ. δολάρια στον ΠΟΥ όταν ήμουν εδώ και το τερμάτισα. Η Κίνα με 1,4 δισ. ανθρώπους πλήρωνε 39 εκατ. δολάρια. Μου φάνηκε λίγο άδικο».

 

Ο πλανήτης γίνεται πιο επικίνδυνος

Μάρτιν Μακ Κι, καθηγητής Ευρωπαϊκής Δημόσιας Υγείας στη Σχολή Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου

«Η συνεισφορά των ΗΠΑ στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) δεν αφορά μόνο τα χρήματα, αν και το οικονομικό σκέλος είναι και αυτό σημαντικό. Αφορά επίσης την ειδημοσύνη των αμερικανών επιστημόνων, τόσο όσων εργάζονται για τον ΠΟΥ όσο και εκείνων που συνεργάζονται μαζί του. Αφορά και τα δεδομένα επιτήρησης νόσων που παρέχουν οι ΗΠΑ στον Οργανισμό.

Ο πρόεδρος Τραμπ φαίνεται ότι θέλει να βάλει τέλος σε όλα αυτά. Και, με απλά λόγια, η απόφασή του να αποχωρήσουν οι ΗΠΑ από τον ΠΟΥ θα κάνει τον πλανήτη μας ένα πιο επικίνδυνο μέρος για όλους, συμπεριλαμβανομένων των Αμερικανών.

Η αποχώρηση των ΗΠΑ από τον ΠΟΥ απειλεί το μεγάλο επίτευγμα της εκρίζωσης της πολιομυελίτιδας και υπονομεύει την προετοιμασία ενάντια σε μελλοντικές πανδημίες. Κατά παράδοξο τρόπο, βέβαια, η κίνηση αυτή μπορεί στην πραγματικότητα να καταστήσει ευκολότερες τις πανδημικές συμφωνίες, ωστόσο οι συμφωνίες που θα προκύψουν θα είναι πολύ πιο αδύναμες.

Οι ΗΠΑ θέτουν σε προτεραιότητα τα συμφέροντα των φαρμακευτικών εταιρειών στις διαπραγματεύσεις σχετικά με τις συμφωνίες σε περίπτωση πανδημίας, αρνούμενες τη μεταφορά πνευματικής ιδιοκτησίας και τεχνολογίας σε χώρες μεσαίου και χαμηλού εισοδήματος.

Ετσι η απουσία της συγκεκριμένης χώρας από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων μπορεί να καταστήσει ευκολότερες τις συμφωνίες για το θέμα – να σημειωθεί βέβαια ότι και οι ευρωπαϊκές χώρες συντάσσονται σε μεγάλο βαθμό με την αμερικανική άποψη για το συγκεκριμένο ζήτημα. Επιπροσθέτως η αποχώρηση των ΗΠΑ από τον ΠΟΥ θα αποδυναμώσει τη φωνή των αμερικανικών φαρμακευτικών εταιρειών παγκοσμίως.

Πάντως πρέπει να δούμε αυτή την απόφαση ως μέρος μιας ευρύτερης επίθεσης της κυβέρνησης Τραμπ ενάντια στην επιστήμη και στους διεθνείς νόμους, οι συνέπειες της οποίας καταδεικνύουν ότι χρειαζόμαστε τον ΠΟΥ περισσότερο από ποτέ, ιδίως υπό το πρίσμα των επιταχυνόμενων επιδράσεων της κλιματικής αλλαγής στον πλανήτη και στη δημόσια υγεία.

Το σημαντικότερο όλων είναι ότι αποστέλλεται ένα παγκόσμιο σήμα ότι οι ΗΠΑ δεν νοιάζονται για τον υπόλοιπο κόσμο, γεγονός λυπηρό αν σκεφτούμε πόσο γενναιόδωροι με τους συνανθρώπους τους έχουν διαχρονικά υπάρξει πολλοί Αμερικανοί».

 

ΦΥΛΑ &  ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Δήλωση Τραμπ:

«Από σήμερα και στο εξής η επίσημη πολιτική των ΗΠΑ είναι πως υπάρχουν μόνο δύο φύλα, το αρσενικό και το θηλυκό».

 

Το προσωπικό είναι διεθνές

Χαρά Καραγιαννοπούλου, αναπληρώτρια καθηγήτρια Συγκριτικής και Διεθνούς Πολιτικής, Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων (ΙΔΙΣ)

«Αμέσως μετά την ορκωμοσία του, ο πρόεδρος Τραμπ υπέγραψε το Κανονιστικό Εκτελεστικό Διάταγμα αναγνώρισης δύο (βιολογικών) φύλων, του αρσενικού και του θηλυκού. Αυτή, είπε, θα διέπει την επίσημη πολιτική των ΗΠΑ. Πολλές θα είναι οι συνέπειες της απόφασης στο εσωτερικό. Ποιες θα είναι όμως οι επιπτώσεις της στον κόσμο;

Η κυβέρνηση Τραμπ, δι’ αυτού του διατάγματος, παραβιάζει ανθρώπινα δικαιώματα καθιστώντας ομάδες ανθρώπων αόρατες και παύει την πολιτική «Διαφορετικότητας, Ισότητας και Συμπερίληψης». Ετσι θα περικοπεί η χρηματοδότηση αντίστοιχων προγραμμάτων. Αμερικανικές εταιρείες, πολλές εκ των οποίων δραστηριοποιούνται εκτός ΗΠΑ, π.χ. McDonalds, Walmart, Facebook και Meta, έχουν ήδη αρχίσει να εγκαταλείπουν τέτοιου είδους προγράμματα.

Η νέα πολιτική θα έχει επίσης σοβαρές επιπτώσεις στα σεξουαλικά και αναπαραγωγικά δικαιώματα σε όλον τον κόσμο. Η αναμενόμενη επαναφορά του Global Gag Rule θα απαγορεύσει σε μη-αμερικανικές ΜΚΟ να έχουν πρόσβαση σε αμερικανική χρηματοδότηση υγειονομικής βοήθειας αν παρέχουν ιατρική βοήθεια ή ενημέρωση για διακοπή κύησης.

Τι θα συμβεί όμως στις φτωχές γυναίκες αυτού του κόσμου, που πρέπει ή επιθυμούν να διακόψουν την κύηση για λόγους υγείας; Τι θα συμβεί στα διεμφυλικά (trans) άτομα που φθάνουν στην Αμερική και αιτούνται ασύλου στη βάση του κινδύνου που διατρέχει η ζωή τους στη χώρα προέλευσής τους λόγω του φύλου τους;

Αν το φύλο (gender) απαγορευθεί στα δημόσια έγγραφα των ΗΠΑ, τότε τι μπορεί να συμβεί αν οι ΗΠΑ ενταχθούν σε ένα συντηρητικό δίκτυο συνηγορίας που θα ασκήσει πιέσεις στον ΟΗΕ για απαλοιφή του από τα διεθνή έγγραφα; Είναι τρομακτική η σκέψη της αποδυνάμωσης διεθνών συμβάσεων, σχεδίων δράσης κ.λπ. που αντιλαμβάνονται τις κοινωνικές προεκτάσεις του φύλου».

 

Social media

Δήλωση Τραμπ:

«Μετά από χρόνια παράνομων και αντισυνταγματικών ομοσπονδιακών προσπαθειών να περιοριστεί η ελευθερία της έκφρασης, υπογράφω ένα εκτελεστικό διάταγμα για την άμεση κατάργηση κάθε κυβερνητικής λογοκρισίας και την επαναφορά της ελευθερίας του λόγου στην Αμερική».

 

Περί ελευθερίας του λόγου

Στέλιος ΠαπαθανασόπουλοΣ

Καθηγητής στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών

«Τουλάχιστον, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ο πρόεδρος Τραμπ παραμένει συνεπής στις δεσμεύσεις του. Μία από τις πρώτες του ενέργειες την ημέρα της ορκωμοσίας του ήταν η υπογραφή εκτελεστικού διατάγματος για την «αποκατάσταση» της ελευθερίας του λόγου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Αλλωστε, είναι γνωστό ότι πολλές από τις κατηγορίες κατά της διακυβέρνησης Μπάιντεν επικεντρώθηκαν στις προσπάθειες της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει ψευδείς ισχυρισμούς σχετικά με τα εμβόλια και τις εκλογές. Αξιοσημείωτο, ωστόσο, είναι το γεγονός ότι ο κ. Τραμπ για μεγάλο χρονικό διάστημα είχε απειλήσει ή κινηθεί νομικά εναντίον των επικριτών του για σχόλια που τον αφορούσαν, περιλαμβάνοντας σε αυτούς μέσα ενημέρωσης και δημοσιογράφους ευρείας εμβέλειας.

Ανεξάρτητα από την έκβαση των νομικών αυτών ενεργειών, είναι τουλάχιστον ενδιαφέρον και, ίσως, αντιφατικό ότι από τη μία πλευρά επιτίθεται στα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης και δημοσιογράφους, χαρακτηρίζοντάς τους εχθρούς του λαού, ενώ από την άλλη υπερασπίζεται τη διασφάλιση του συνταγματικού δικαιώματος της ελευθερίας του λόγου για τους αμερικανούς πολίτες.

Είναι ακόμη πολύ νωρίς για να εκτιμήσουμε πώς αυτή η πολιτική θα επηρεάσει τη σχέση των ομοσπονδιακών υπηρεσιών με τις εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης όσον αφορά την αντιμετώπιση ψευδών ειδήσεων από το εξωτερικό. Πολλές εκστρατείες παραπληροφόρησης που στοχεύουν ψηφοφόρους στις ΗΠΑ ξεκινούν από ξένους αντιπάλους, αλλά προωθούνται στο Διαδίκτυο μέσω αμερικανών πολιτών.

Με δεδομένη τη ρητορική της νέας κυβέρνησης υπέρ της ελευθερίας του λόγου, προκύπτουν ερωτήματα σχετικά με τον πιθανό ρόλο των μεγάλων τεχνολογικών εταιρειών. Θα αυξηθεί η παρέμβασή τους στη ροή, αν όχι τη ρύθμιση, της διαδικτυακής πληροφόρησης; Από τη μία πλευρά, οι πλατφόρμες αυτές επιτρέπουν την ταχεία διάδοση πληροφοριών και την ενίσχυση του δημόσιου διαλόγου. Από την άλλη, αποτελούν γόνιμο έδαφος για τη διάδοση παραπληροφόρησης, η οποία μπορεί να βλάψει τους δημοκρατικούς θεσμούς και τη δημόσια υγεία.

Παρ’ όλο που δεν είναι σαφές αν αυτή η πολιτική θα αποδειχθεί προσωρινό μέτρο ή θα έχει ουσιαστικές επιπτώσεις, είναι προφανές ότι το εκτελεστικό διάταγμα δεν αντιμετωπίζει την αυξανόμενη πρόκληση της παραπληροφόρησης, είτε αυτή είναι σκόπιμη είτε όχι, καθώς και τον κίνδυνο που προκύπτει από την ανάπτυξη τεχνητής νοημοσύνης, όπως τα deepfakes, στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης».

 

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ

Δήλωση Τραμπ

«Αποχωρώ αμέσως από την άδικη, μονόπλευρη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα. Οι ΗΠΑ δεν θα σαμποτάρουν τις δικές μας βιομηχανίες ενώ η Κίνα μολύνει ατιμώρητα».

 

Επιταχύνει την κλιματική αλλαγή

Κώστας Καρτάλης, καθηγητής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Η διεθνής κοινότητα είχε ήδη προβληματικό βηματισμό σε ό,τι αφορά την τήρηση των στόχων της Συμφωνίας των Παρισίων. Με την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία (η 3η χώρα, μαζί με το Ιράν και την Υεμένη, που δεν θα συμμετέχει), αλλά και το μάλλον δεδομένο πάγωμα των επενδύσεων καθαρής ενέργειας που είχαν δρομολογηθεί επί προεδρίας Μπάιντεν, οι ΗΠΑ θα συμβάλουν με ακόμα 4 δισ. τόνους αερίων θερμοκηπίου μέχρι το 2030, όση δηλαδή η ετήσια παραγωγή αερίων θερμοκηπίου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης συνολικά.

Η επιστημονική κοινότητα θεωρεί βέβαιο ότι μια τέτοια εξέλιξη θα επιταχύνει την κλιματική αλλαγή, ιδίως σε ζώνες που θεωρούνται ευάλωτες (όπως η Μεσόγειος), γεγονός που επιβάλλει τη διατήρηση του στόχου για τη συγκράτηση της αύξησης της θερμοκρασίας κάτω του 1,5 βαθμού Κελσίου, ακόμη και αν αυτός ο στόχος ξεπεράστηκε κατά το 2024.

Παράλληλα, προβληματίζει η πρόθεση για την επιβολή δασμών από τις ΗΠΑ στην ΕΕ, στην περίπτωση που η δεύτερη μειώσει τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων από την πρώτη. Σε μια πρώτη ανάγνωση, πρόκειται για μια «εμπορική» ενέργεια.

Ομως μία εξαρτώμενη από ορυκτά καύσιμα ΕΕ θα αποτύχει να μηδενίσει τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, επιβαρύνοντας κατά ένα ποσοστό την κλιματική αλλαγή. Κυριότερα, όμως, δεν θα επιτύχει τον στόχο της ενεργειακής αυτονομίας (σταδιακά) μέχρι το 2050.

Σε γεωπολιτικό επίπεδο, ίσως τελικά μία ενεργειακά εξαρτώμενη ΕΕ να είναι προτιμότερη από μία ΕΕ που είναι ενεργειακά αυτόνομη και κατά συνέπεια πιο δυνατή και ανταγωνιστική, με περισσότερους πόρους (περίπου 650 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση, όσους δηλαδή δαπανούν τα κράτη-μέλη αυτή την περίοδο για την εισαγωγή ορυκτών καυσίμων) για την ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή.