Την Πέμπτη, δεκάδες κοινοτικές κουζίνες στη Γάζα έκλεισαν λόγω έλλειψης προμηθειών, διακόπτοντας μια κρίσιμη πηγή τροφής για εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους και επιδεινώνοντας την κρίση πείνας στον θύλακα. Η εξέλιξη ήρθε λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση της αμερικανικής φιλανθρωπικής οργάνωσης World Central Kitchen (WCK) ότι εξάντλησε τα απαραίτητα υλικά για τα δωρεάν γεύματα, κατηγορώντας το Ισραήλ για παρεμπόδιση της ανθρωπιστικής βοήθειας.
Ο Αμτζάντ αλ-Σάουα, διευθυντής του Δικτύου Παλαιστινιακών Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (PNGO), δήλωσε στο Reuters ότι οι περισσότερες από τις 170 κοινοτικές κουζίνες έκλεισαν λόγω του ισραηλινού αποκλεισμού, που οδήγησε σε εξάντληση των αποθεμάτων. Το κλείσιμο αυτό, μαζί με την απόφαση της WCK, θα μειώσει τα δωρεάν γεύματα κατά 400.000-500.000 ημερησίως για τον πληθυσμό των 2,3 εκατομμυρίων. «Όλοι στη Γάζα πεινούν. Ο κόσμος πρέπει να δράσει άμεσα», τόνισε ο Σάουα, προειδοποιώντας ότι οι εναπομείνασες κουζίνες θα κλείσουν σύντομα, επιτείνοντας την «καταστροφή της πείνας».
Κάτοικοι όπως ο Μοχαμάντ Αμπου Αγές, εκτοπισμένος πατέρας εννέα παιδιών, ανέφεραν ότι το διαθέσιμο αλεύρι είναι μολυσμένο με ακάρεα και άμμο, απαιτώντας πολλαπλό κοσκίνισμα. «Το ταΐζουμε στα παιδιά, αλλά η μυρωδιά είναι ανυπόφορη. Είμαστε αβοήθητοι», είπε στο Reuters.
Το Ισραήλ, που δέχεται διεθνείς πιέσεις για τον αποκλεισμό της βοήθειας από τον Μάρτιο μετά την κατάρρευση της εκεχειρίας, κατηγορεί την Χαμάς ότι κατακρατά προμήθειες. Η Χαμάς το αρνείται, κατηγορώντας το Ισραήλ ότι χρησιμοποιεί την πείνα ως όπλο. Σύμφωνα με τον Σάουα, ο πληθυσμός βασίζεται πλέον σε ένα γεύμα ημερησίως, συνήθως ρύζι ή φακές, χωρίς θρεπτικά συστατικά, ενώ η έλλειψη τροφίμων εντείνει τον κίνδυνο θανάτων, ιδιαίτερα για ευάλωτες ομάδες.
Η λεηλασία κουζινών και καταστημάτων οδήγησε τη Χαμάς να εκτελέσει έξι μέλη συμμοριών την περασμένη εβδομάδα, σύμφωνα με πηγές. Η υπηρεσία OCHA του ΟΗΕ ανέφερε ότι πάνω από 2 εκατομμύρια άνθρωποι αντιμετωπίζουν σοβαρές ελλείψεις τροφίμων, με τις τιμές του αλευριού να εκτοξεύονται στα 500 δολάρια για 25 κιλά, από 7 δολάρια παλαιότερα.
Πηγή: Reuters