Πριν λίγα χρόνια σ'ε ένα σπάνιο βίντεος, μια μπαρουτοκαπνισμένη φωνή τραγουδούσε έναν γνώριμο ρυθμό σε ακατάληπτη γλώσσα. Σιγά σιγά, καμια δεκαριά φωνές ενώνονται μαζί της, μετατρέποντας τη «Συννεφούλα» του Διονύση Σαββόπουλου σε οπαδικό ύμνο. Ήταν οι οπαδοί της κροατικής Ριέκα – μακριά από τα ελληνικά γήπεδα, αλλά κοντά στη μουσική αισθητική του σπουδαίου Έλληνα δημιουργού.
Ο Σαββόπουλος, όπως είχε αποκαλύψει σε συνέντευξή του, γνώριζε καλά αυτό το φαινόμενο και το υποδέχονταν με ενθουσιασμό. Όταν ρωτήθηκε για τη σχέση του με το οπαδικό κίνημα, απάντησε κατηγορηματικά: «ΠΑΟΚ». Ωστόσο, πρόσθεσε αμέσως: «Αλλά δεν έχω πάει ποτέ μου στο γήπεδο και με ενοχλεί, όχι το άθλημα, οι οπαδοί, αυτοί που δεν θα έχουν αντίρρηση να κερδίσουν χωρίς καν να γίνει ο αγώνας».
Η σχέση του με τις κερκίδες δεν ήταν ως φανατικός οπαδός, αλλά ως δημιουργός που βλέπει τα τραγούδια του να ζουν μια νέα ζωή. «Είμαι περήφανος που με τραγουδούν, ακόμη και αν δεν έχω πατήσει ποτέ μου σε κερκίδα», δήλωνε χαρακτηριστικά. Στην ίδια συνέντευξη, εκτίμησε ότι «τουλάχιστον πέντε τραγούδια μου ακούγονται παραφρασμένα στα γήπεδα», προσθέτοντας με ιδιαίτερη ικανοποίηση: «Μου αρέσει αυτό».
Στην Ελλάδα, οι οπαδοί του ΠΑΟΚ μετέτρεψαν το «Σαν τον Καραγκιόζη» σε δημοφιλές σύνθημα, ενώ η «Συννεφούλα» βρήκε χώρο και στους φίλους του Ηρακλή. Οι μελωδίες του, με τις μακρόσυρτες φράσεις και τον ρυθμικό πλούτο τους, αποδείχτηκαν ιδανικές για να τις φωνάζουν χιλιάδες φανατικοί στις κερκίδες.
Και όπως θυμούνται οι ακροατές στη συναυλία του στον Πόρο, όπου είχε αναφερθεί με κατανόηση στο φαινόμενο, ο Σαββόπουλος δεν ήταν απλώς ανεκτικός. Ήταν περήφανος που η μουσική του ξέφευγε από τα δισκογραφικά πλαίσια και έμπαινε στις πλατείες και τα γήπεδα, γινόταν μέρος της λαϊκής έκφρασης. Σε έναν κόσμο που διαχωρίζει συχνά την «ψυχή» από το «διάστημα», ο Σαββόπουλος έδειχνε ότι η καλή μουσική μπορεί να τα ενώνει και τα δύο.












