Εννέα υπουργεία προς μετακόμιση: Η ιστορία τους και τα σχέδια μετακίνησης
Το Μέγαρο της οικογένειας Μαξίμου, το αυθαίρετο υπουργείο Υγείας, η κατοικία του Ανδρέα Συγγρού και τα κτίρια που έχουν συνδεθεί με την πολιτική ιστορία του τόπου - Το Κυβερνητικό Πάρκο «Ανδρέας Λεντάκης» στη Δάφνη αναμένεται να στεγάσει εννέα υπουργεία και 14.000 δημοσίους υπαλλήλους.
Σταύρος Γριμάνης/ptotothema.gr
Διαχρονικοί πόλοι εξουσίας και προσέλκυσης του ευρύτερου ενδιαφέροντος είναι τα κτίρια που φιλοξενούν το πρωθυπουργικό γραφείο και τα κεντρικά υπουργεία. Τα άψυχα αυτά οικοδομήματα στα οποία όμως χτυπάει η καρδιά της εκάστοτε κυβέρνησης έχουν συνδεθεί άρρηκτα με την πολιτική ιστορία του τόπου, δίνοντας το δικό τους ιδιαίτερο χρώμα σε κάθε εποχή και εδώ και δεκαετίες είναι αναπόσπαστο στοιχείο της ζωής της πόλης.
Γιατί είναι γεγονός ότι τα πιο σημαντικά, από το Μέγαρο Μαξίμου μέχρι τα παραγωγικά υπουργεία, αλλά και εκείνα που καλύπτουν κρίσιμες πτυχές των κρατικών υπηρεσιών, έχουν εδραιωθεί στο συλλογικό υποσυνείδητο ως μόνιμοι προορισμοί των κάθε λογής συγκεντρώσεων διαμαρτυρίας, που για μεγάλες χρονικές περιόδους ήταν συστατικό χαρακτηριστικό της καθημερινότητας. Πέραν αυτού, όμως, κάθε κτίριο φέρει τη δική του ιστορία και φιλοξενεί εκατοντάδες εργαζομένους, αποτελώντας έτσι μια μικρή κοινωνία.
Ασφαλώς το μέγεθος και οι πολυποίκιλες αρμοδιότητες των υπουργείων, με τα εκατοντάδες τμήματα και τις διευθύνσεις τους, οδήγησαν σταδιακά σε μια πανσπερμία κτιριακών υποδομών με υψηλό κόστος για τα δημόσια ταμεία. Γι’ αυτό και κατά καιρούς έγιναν αρκετές προσπάθειες αφενός αποκέντρωσης ορισμένων υπουργείων, οι οποίες απέδωσαν κάποια αποτελέσματα, αφετέρου συγκέντρωσής τους σε ευρύτερα συγκροτήματα, εγχείρημα που μέχρι στιγμής έχει αποτύχει.
Φαίνεται, ωστόσο, να χαράζει μια νέα μέρα και σε αυτό το επίπεδο, με τη δρομολόγηση του μεγάλου project για το Κυβερνητικό Πάρκο «Ανδρέας Λεντάκης» στην έκταση της πρώην ΠΥΡΚΑΛ.
Η κατοικία του Δημ. Μάξιμου
Αναμφίβολα, το πιο εμβληματικό κυβερνητικό κτίριο είναι το Μέγαρο Μαξίμου που στεγάζει τα γραφεία του εκάστοτε πρωθυπουργού. Αρχιτεκτονικά, αποτελεί δείγμα του αθηναϊκού νεοκλασικισμού, έτσι όπως αυτός εμφανίζεται στην όψιμη περίοδό του, με εμφανή την επίδραση των νέων ρευμάτων της Δύσης. Κυρίως όμως είναι ένας ζωντανός μάρτυρας της εξέλιξης της ακριβότερης περιοχής της Αθήνας από τότε που ήταν ακατοίκητη και γεμάτη λαχανόκηπους.
Τα παλαιότερα διαθέσιμα στοιχεία για το οικόπεδο ανατρέχουν στα μέσα του 19ου αιώνα, λίγα χρόνια μετά την ανακήρυξη της Αθήνας ως πρωτεύουσας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Αρχικοί ιδιοκτήτες του οικοπέδου, με βάση συμβόλαια του 1856, ήταν οι αδελφοί Αγγελος και Αργύρης Καραγιάννης. Δεδομένου ότι η θέση του βρισκόταν αρκετά μακριά από το τότε κέντρο της Αθήνας των περίπου 30.000 κατοίκων, την Πλάκα, ολόκληρη η περιοχή από τα Παλαιά Ανάκτορα μέχρι τα Ιλίσια ήταν χωράφια. Πέρασαν αρκετά χρόνια μέχρι που το 1891 στην οδό Ηρώδου του Αττικού άρχισαν να χτίζονται, σε σχέδια του Ερνέστου Τσίλερ, τα Ανάκτορα του διαδόχου, για να στεγάσουν την οικογένεια του πρωτότοκου γιου του βασιλιά Γεωργίου Α’, Κωνσταντίνου, ώστε η περιοχή να εξελιχθεί στην πιο αριστοκρατική της πρωτεύουσας.
Το 1912 ο εφοπλιστής Αλέξανδρος Μιχαληνός αγόρασε το οικόπεδο και στη συνέχεια ξεκίνησε η ανέγερση του μεγάρου ως κατοικίας του. Λίγα χρόνια αργότερα, η χήρα του Ειρήνη, το γένος Μανούση, παντρεύτηκε τον Δημήτριο Ε. Μάξιμο και το 1916 πούλησε το οικόπεδο της οδού Ηρώδου του Αττικού με την ημιτελή οικοδομή στον Λεωνίδα Ανδρ. Εμπειρίκο. Πέντε χρόνια μετά, όμως, η Ειρήνη Μαξίμου το αγόρασε και πάλι από τον Λ. Εμπειρίκο, ολοκληρώθηκε το μέγαρο και το ζεύγος Μαξίμου εγκαταστάθηκε πια σε αυτό.
Υπάρχουν ωστόσο αμφισβητήσεις ως προς τον αρχιτέκτονα που το σχεδίασε. Αλλες πηγές αναφέρουν τον Αναστάσιο Χέλμη και άλλες τον Αναστάσιο Μεταξά, χωρίς μέχρι σήμερα να έχουν βρεθεί επαρκή στοιχεία που να οδηγούν σε ασφαλές συμπέρασμα. Πιθανολογείται, πάντως, ότι και οι δύο μπορεί να ασχολήθηκαν με το κτίριο, ο ένας στην πρώτη φάση της κατασκευής του, στις αρχές της δεκαετίας του 1910, και ο άλλος κατά την αποπεράτωσή του, τη δεκαετία του ’20.
Το 1952 το Ελληνικό Δημόσιο ήρθε σε συνεννόηση με τον Δ. Μάξιμο προκειμένου να αγοράσει την κατοικία του. Για την εκτίμηση του ακινήτου συστάθηκε επιτροπή από καθηγητές του ΕΜΠ η οποία εκτίμησε την αξία του σε 11 δισ. δραχμές. Στη συνέχεια, ο υπουργός Οικονομικών Χρυσός Ευελπίδης επισκέφτηκε τον Δ. Μάξιμο, ο οποίος του δήλωσε ότι δέχεται να πουλήσει την κατοικία του στο Δημόσιο αντί του ποσού των 5,75 δισ. δραχμών, δηλαδή περίπου στο μισό του εκτιμώμενου ποσού της επιτροπής.
Επιπλέον, την προσέφερε στο κράτος επιπλωμένη και με τους πίνακες που τη διακοσμούσαν προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως «Κυβερνητικόν Μέγαρον» και για τη φιλοξενία ξένων υψηλών προσώπων. Ως ελάχιστη αναγνώριση για τη γενναιόδωρη προσφορά του, το κτίριο διατήρησε την ονομασία του ως «Οικία Μαξίμου».
Ακολούθησαν τροποποιήσεις και καθαιρέσεις και το 1952 κατασκευάστηκε ο 5ος όροφος, ενώ περίπου το 1969 προστέθηκε και ο 6ος όροφος. Το εκπληκτικό είναι ότι οι ενέργειες για τη νομιμοποίησή του έγιναν μόλις το 2020, επί θητείας του Βασίλη Κικίλια στο υπουργείο Υγείας. Στο πλαίσιο αυτό, διενεργήθηκαν δύο διακριτές διαδικασίες, μία για το τμήμα του κτιρίου που υφίστατο έως το 1955, δηλαδή έως και τον 5ο όροφο, και μία για τον 6ο όροφο και το δώμα που κατασκευάστηκαν μετά το 1955.
Το εγχείρημα της εκ των υστέρων νομιμοποίησης ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 2020, δηλαδή με καθυστέρηση σχεδόν επτά δεκαετιών, όταν εκδόθηκε η «Βεβαίωση περί κατασκευής προ του 1955 του κεντρικού κτιρίου του υπουργείου Υγείας επί της οδού Αριστοτέλους 17 στον Δήμο Αθηναίων», όπου αναφέρεται και ότι η προσθήκη του 6ου ορόφου και του δώματος τακτοποιήθηκε με τη χρήση ρύθμισης του Ν. 4495/2017.
Μια ιδιαίτερη περίπτωση αποτελεί ασφαλώς και το μεγάλο κτιριακό συγκρότημα όπου στεγάζονται το υπουργείο Εθνικής Αμυνας και τα Γενικά Επιτελεία των Ενόπλων Δυνάμεων. Το Στρατόπεδο Παπάγου, που έγινε γνωστότερο ως Πεντάγωνο, έλκοντας προφανώς την ονομασία του από το αντίστοιχο αμερικανικό, μόνο πεντάγωνο δεν είναι.
Πρόκειται για ένα ακανόνιστου σχήματος σύνολο κτιριακών υποδομών που χτίστηκαν σταδιακά στην έκταση η οποία βρίσκεται στα όρια της περιοχής Ελληνορώσων και των Δήμων Νέου Ψυχικού και Παπάγου.
Η ανέγερσή του άρχισε την 1η Οκτωβρίου του 1951, με την επίβλεψη της 731 Διεύθυνσης Εργων Μηχανικού του ΓΕΣ. Το 1952, αποφασίστηκαν η αξιοποίηση τμήματος της αρχικής μελέτης και η ανέγερση νοσοκομείου 200 κλινών. Ωστόσο, έναν χρόνο αργότερα, άρχισε να εξετάζεται η χρήση του συγκροτήματος για τη στέγαση του Γενικού Επιτελείου Στρατού, το οποίο τότε φιλοξενούνταν σε κτίριο επί των οδών Πανεπιστημίου και Κριεζώτου.
Τον Ιανουάριο του 1954 αποφασίστηκε η μετατροπή του σε Γενικό Επιτελείο Στρατού, με προοπτική επέκτασής του για τη στέγαση αργότερα και των άλλων Γενικών Επιτελείων, καθώς και των γραφείων του υπουργού και του υφυπουργού Εθνικής Αμυνας. Εως τον Νοέμβριο του 1955 εγκαταστάθηκαν εκεί όλες οι υπηρεσίες του ΓΕΣ.
Τον Απρίλιο του 1961 σε νέα πτέρυγα που κατασκευάστηκε την περίοδο εκείνη μεταφέρθηκε το Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας και το1969 άρχισε η ανέγερση της πτέρυγας του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, η οποία ολοκληρώθηκε το 1972.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι φέτος το καλοκαίρι δρομολογήθηκαν σημαντικές παρεμβάσεις για την ανάπλαση του περιβάλλοντος χώρου του ΥΠΕΘΑ σε σχέδια του καθηγητή του ΑΠΘ Κώστα Βαρώτσου.
Οι παρεμβάσεις συνίστανται στη δημιουργία μιας νέας βιοκλιματικής όψης του υπουργείου, με ανακαινισμένο χώρο υποδοχής των υπουργών και των ξένων προσκεκλημένων, στην κατασκευή ενός νέου κτιρίου ηλεκτρονικού πολέμου, καθώς και ενός μνημείου κιβωτού της εθνικής μνήμης το οποίο θα έχει όλα τα ονόματα των πεσόντων υπέρ της πατρίδος. Μεταξύ των έργων, το μεγαλύτερο κόστος των οποίων θα καλυφθεί από ιδιωτικές δωρεές, εντάσσεται και η δημιουργία υπόγειου γκαράζ, στο πρότυπο αυτού της Βουλής.
Είναι βέβαιο ότι κάθε υπουργείο έχει τη δική του ιστορία και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του. Το πιο φορτισμένο ιστορικά είναι το σημερινό κτίριο του υπουργείου Πολιτισμού επί της οδού Μπουμπουλίνας 20-22, δίπλα στο κολαστήριο της Ασφάλειας επί χούντας. Και τα δύο κτίρια ήταν αρχικά ιδιοκτησίας του γιατρού και καθηγητή Κωνσταντίνου Λογοθετόπουλου, ο οποίος διετέλεσε και πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά καταγράφηκε τελικά ως υπουργός Παιδείας και Υγείας στην κυβέρνηση Τσολάκογλου και κατοχικός πρωθυπουργός από τον Δεκέμβριο του 1942 έως τον Απρίλιο του 1943.
Εδρα της ΚΥΠ από τη δεκαετία του ’50 μαζί με το όμορο κτίριο όπου βασανίστηκαν εκατοντάδες αντιστασιακοί, ήταν το φόβητρο ίδιως την περίοδο της χούντας. Στα μέσα της δεκαετίας του ’80, ως ειρωνεία της Ιστορίας, το κτίριο πέρασε στην ιδιοκτησία του ΚΚΕ προκειμένου να στεγαστεί εκεί η Κομματική Οργάνωση Αθήνας. Το 1992, επί κυβερνήσεως Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, ύστερα από πρόταση της Ντόρας Μπακογιάννη, το κτίριο αποκτήθηκε από το Δημόσιο και έκτοτε εκεί στεγάζονται οι κεντρικές υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού.
Πάντως, ο τίτλος του υψηλότερου υπουργείου ανήκει χρόνια τώρα στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, επί της οδού Παναγιώτη Κανελλοπούλου 4. Το κτίριο, ύψους 65 μέτρων, το οποίο ολοκληρώθηκε το 1978, σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Κωνσταντίνο Καψαµπέλη.
Δεν είναι λίγα τα υπουργεία που μετεγκαταστάθηκαν, όπως το Παιδείας που έφυγε από τη Μητροπόλεως (διαχρονική εστία διαδηλώσεων), με το κτίριο να μετατρέπεται σε πολυτελές ξενοδοχείο 5 αστέρων. Σε βιοκλιματικά γραφεία εξελίχθηκε και το κτίριο του παλαιού υπουργείου Βιομηχανίας, επί της Μιχαλακοπούλου, που όσοι το γνώρισαν το θυμούνται από τα παράξενου σχήματος παράθυρά του.
Ωστόσο, στα χαρτιά έμειναν τα μεγαλεπήβολα σχέδια του παρελθόντος για μαζική αποκέντρωση των υπουργείων, με βασικότερο αυτό της αξιοποίησης του Κτιρίου Κεράνη, το οποίο κατασκευάστηκε το 1967 στα όρια των Δήμων Ρέντη - Πειραιά. Το μεγάλο αυτό ακίνητο αγοράστηκε το 1998 από το Δημόσιο αντί 35 εκατ. ευρώ, ενώ έως το 2002 ξοδεύτηκαν αρκετά ακόμη εκατομμύρια προκειμένου να μετατραπεί από βιομηχανικό σε κτίριο διοίκησης χωρητικότητας 2.300 θέσεων εργασίας.
Το αρχικό πλάνο προέβλεπε τη μεταφορά σε αυτό του τότε ΥΠΕΧΩΔΕ, κάτι που δεν έγινε ποτέ. Στη συνέχεια, αποφασίστηκε η στέγαση υπηρεσιών των υπουργείων Πολιτισμού και Τουριστικής Ανάπτυξης και του ΕΟΤ, με την ίδια όμως κατάληξη. Το 2011 αποφασίστηκε να μετακομίσουν εκεί υπηρεσίες του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καθώς και της διοίκησης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Ούτε αυτό το σχέδιο όμως ευοδώθηκε.
Λίγο αργότερα έγινε γνωστό ότι εκεί προοριζόταν να μετακομίσει το υπουργείο Οικονομικών, κάτι που επίσης δεν συνέβη. Τελικά, περίπου το 2020 στεγάστηκαν στο συγκρότημα υπηρεσίες του υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, της Ανεξάρτητης Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών, της 2ης Υγειονομικής Περιφέρειας Πειραιώς και Αιγαίου και ορισμένα τμήματα της Διεύθυνσης Αμεσης Δράσης Αττικής.
Το Κυβερνητικό Πάρκο
Σε αυτή την κακοδαιμονία που πλήττει τις μετεγκαταστάσεις των υπουργείων θα δώσει τέλος, όπως όλα δείχνουν, το ΣΔΙΤ για το Κυβερνητικό Πάρκο «Ανδρέας Λεντάκης», το οποίο θα αναπτυχθεί σε έκταση 154 στρεμμάτων στους χώρους της ΕΒΟ-ΠΥΡΚΑΛ.
Εκεί προβλέπεται η δημιουργία ενός νέου διοικητικού συγκροτήματος γραφείων αλλά και ενός μεγάλου αστικού πάρκου που θα λειτουργήσει ως πνεύμονας πρασίνου στην ευρύτερη περιοχή του Δήμου Δάφνης - Υμηττού. Το Κυβερνητικό Πάρκο θα φιλοξενεί εννέα υπουργεία και περίπου 14.200 δημοσίους υπαλλήλους.
Το έργο περιλαμβάνει την κατεδάφιση 66 υφιστάμενων κτιρίων και την ανακαίνιση 24 διατηρητέων, την κατασκευή τεσσάρων νέων κτιρίων, δύο υπόγειων χώρων στάθμευσης και τον σχεδιασμό του αστικού πάρκου.
Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα έργα ΣΔΙΤ που έχουν προκηρυχθεί ποτέ στη χώρα, με το κόστος του να ανέρχεται σε 520 εκατ. ευρώ (με ΦΠΑ).
Εκτοτε ξεκίνησε την καριέρα του ως κτίριο του Δημοσίου, με αρκετές περιπέτειες στην πορεία. Για μεγάλο χρονικό διάστημα παρέμεινε κενό και ουσιαστικά εγκαταλείφθηκε, με συνέπεια να υποστεί πολλές φθορές. Κατά τη διάρκεια μάλιστα της χούντας κινδύνεψε να κατεδαφιστεί, ενώ εκείνη την περίοδο καταστράφηκαν τα μωσαϊκά δάπεδά του. Τελικά, ευτυχώς επικράτησε η άποψη να διατηρηθεί και να επαναχρησιμοποιηθεί.
Το 1982 η εποπτεία του Μεγάρου Μαξίμου περιήλθε στο υπουργείο Προεδρίας της Κυβερνήσεως για να χρησιμοποιηθεί είτε για την κάλυψη των αναγκών του είτε ως επίσημη κατοικία και γραφείο του εκάστοτε πρωθυπουργού, χρήση που διατηρεί έως σήμερα. Εκτοτε έχει γίνει το κέντρο εξουσίας κάθε κυβέρνησης αποκτώντας μέχρι και μυθικές διαστάσεις στα πολιτικά παρασκήνια. Παράλληλα, εκατοντάδες πρόεδροι και πρωθυπουργοί ξένων χωρών που έχουν επισκεφτεί τη χώρα μας όλα αυτά τα χρόνια έχουν περάσει το κατώφλι του, προσθέτοντας ο καθένας το λιθαράκι του στην πλούσια ιστορία του.
Εσωτερικά το κτίριο ακολουθεί την τυπική διάταξη των αστικών μεγάρων (hotel particulier). Μετά την είσοδο ακολουθεί ένα μεγάλο, πλακόστρωτο με μάρμαρα, κεντρικό χολ που οριοθετείται από τέσσερις, επίσης μαρμάρινους, ιωνικούς κίονες, ενώ ένα ορθογώνιο γυάλινο άνοιγμα στην οροφή, σε ύφος art nouveau, αφήνει να περνά το φυσικό φως.
Δεξιά και αριστερά του κεντρικού χολ διατάσσονται οι χώροι υποδοχής: το γραφείο του Μαξίμου (σημερινό γραφείο πρωθυπουργού), δύο σαλόνια (το ένα σήμερα έχει μετατραπεί σε γραφείο) και η μεγάλη τραπεζαρία. Στο πίσω μέρος του κτιρίου, καθώς και στον όροφο βρίσκονται οι υπόλοιποι ιδιωτικοί χώροι του μεγάρου.
Οπως σημειώνεται σχετικά, οι εσωτερικές διακοσμήσεις των χώρων υποδοχής και του πρωθυπουργικού γραφείου έγιναν κατά τη φάση αποκατάστασης το 1972, το ίδιο και η σημερινή επίπλωση, ενώ κάποιες ακόμη μικρότερες εργασίες ανακαίνισης και μετατροπές πραγματοποιήθηκαν από την Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου το 1998.
Στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του περιλαμβάνονται και οι πίνακες (Βολανάκη, Χατζηκυριάκου-Γκίκα, Ξενάκη, Βώκου, Κοκκινίδη κ.ά.) οι οποίοι κοσμούν το γραφείο του πρωθυπουργού και τους λοιπούς χώρους υποδοχής. Οι συγκεκριμένοι ανήκουν στην Εθνική Πινακοθήκη και καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα της νεοελληνικής ζωγραφικής του 19ου και του 20ού αιώνα.
Το υπουργείο Οικονομικών
Το υπουργείο Οικονομικών, το οποίο δεσπόζει στην πλατεία Συντάγματος, είναι σίγουρα το πιο σημαντικό, αλλά και το πιο δημοφιλές από κάθε άποψη για την εκάστοτε κυβέρνηση. Το εμβληματικό κτίριο άρχισε να κατασκευάζεται από τα τέλη της δεκαετίας του ’60, σε σχέδια των αρχιτεκτόνων Γιάννη Κανετάκη, Δημήτρη Κατζουράκη και Γρηγόρη Τσαμπέρη. Στο σημείο αυτό υπήρχαν προηγουμένως το αρχοντικό του Ανδρέα Κορομηλά και το καφενείο-ζαχαροπλαστείο «Χάι Λάιφ». Το εν λόγω παλαιό ακίνητο κατεδαφίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’60 και μέχρι να πάρει τη θέση του το νέο κτίριο υπήρχε για χρόνια μια... τρύπα με το αδόμητο οικόπεδο.
Αρχικά το μεγαλειώδες ακίνητο προοριζόταν για ξενοδοχείο, κάτι που ταίριαζε απολύτως στην προνομιακή θέση του. Ωστόσο τελικά στέγασε το υπουργείο Οικονομικών. Κατά την αυγή της Μεταπολίτευσης μάλιστα το μπαλκόνι του έγινε διάσημο καθώς χρησιμοποιήθηκε για την εκφώνηση προεκλογικών ομιλιών, όπως η ιστορική του Κωνσταντίνου Καραμανλή στις 15 Νοεμβρίου του 1974. Το κτίριο κουβαλάει και τη βαριά σφραγίδα της μνημονιακής περιόδου της χώρας, δεδομένου ότι στις αίθουσες και τα γραφεία του διεξάγονταν οι μαραθώνιες διαπραγματεύσεις της τρόικας με τους υπουργούς των κυβερνήσεων προτού μεταφερθούν στο «Hilton».
Αλλά και οι εξωτερικοί χώροι του, μαζί με αυτούς του κοντινού κτιρίου επί της οδού Μητροπόλεως που στέγαζε στο παρελθόν το υπουργείο Παιδείας, έχουν γράψει τη δική τους ιστορία ως θέατρο των μαζικότερων και συχνά επεισοδιακών διαδηλώσεων των τελευταίων δεκαετιών.
Λόγω της παλαιότητας του κτιρίου, ωστόσο, είχαν αναδειχθεί σοβαρά λειτουργικά προβλήματα εξαιτίας κυρίως των «αρχαίων» ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεών του. Για την αντιμετώπισή τους πραγματοποιήθηκαν την περίοδο 2005-2006 εργασίες ανακαίνισης ύψους 8 εκατ. ευρώ, ενώ το 2008 έγινε το πρώτο κτίριο υπουργείου στην Ελλάδα με πράσινη στέγη, καθώς σε 650 τ.μ. της ταράτσας του φυτεύτηκαν δενδρύλλια και φυτά. Το υπουργείο Οικονομικών είναι ένα από τα μεγάλα υπουργεία που προοριζόταν να μεταφερθεί στο Κτίριο Κεράνη, στη λεωφόρο Θηβών, από το... 2011, χωρίς αυτό να γίνει ποτέ.
Προ τριετίας, εν όψει του αρχικού σχεδίου μετεγκατάστασής του στον χώρο της πρώην ΠΥΡΚΑΛ, κυκλοφόρησαν πληροφορίες ότι μελλοντικά πρόκειται να μετατραπεί σε πολυτελές ξενοδοχείο. Αν τελικά με το νέο σχέδιο για το Κυβερνητικό Πάρκο στον Υμηττό αυτό επιβεβαιωθεί, τότε σαν από παιχνίδι της μοίρας το επιβλητικό κτίριο θα βρει τον αρχικό του προορισμό, έστω και με κάποιες δεκαετίες καθυστέρηση.
Μπορεί υπηρεσίες του υπουργείου Εξωτερικών να είναι διεσπαρμένες σε επτά γειτονικά κτίρια, αλλά το κεντρικό όπου στεγάζεται το γραφείο του υπουργού, στη συμβολή της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας με την οδό Ζαλοκώστα, είναι ένα από τα πιο ξεχωριστά και μεγαλοπρεπή ακίνητα της Αθήνας.
Το κτίριο ονομάζεται και Μέγαρο Ανδρέα Συγγρού, καθώς υπήρξε η κύρια κατοικία του εθνικού ευεργέτη και το 1976 κηρύχθηκε από το υπουργείο Πολιτισμού «έργο τέχνης που χρειάζεται ειδική κρατική προστασία».
Το Μέγαρο κληροδότησε στο υπουργείο Εξωτερικών η αποκλειστική κληρονόμος της ακίνητης περιουσίας του Ανδρ. Συγγρού, η σύζυγός του Ιφιγένεια Μαυροκορδάτου-Συγγρού το 1921.
Στο οικόπεδο των περίπου 2,8 στρεμμάτων προϋπήρχε μικρή αγροικία. Η έπαυλη ανεγέρθη σε διάστημα μόλις δύο ετών (1872-1873) και βασίστηκε σε σχέδια του Γερμανού αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλερ, που τροποποιήθηκαν κατά την κατασκευή από τον ίδιο τον Ανδρ. Συγγρό. Πρέπει να σημειωθεί ότι μετά την παραλαβή του από το υπουργείο Εξωτερικών, που πιθανολογείται ότι έγινε τη δεκαετία 1930-1940, το κτίριο υπέστη ριζική μετασκευή, σε μια προσπάθεια να αποκτήσει κλασικιστική εμφάνιση. Πέραν του κεντρικού, στη θέση του πολυώροφου κτιρίου του υπουργείου Εξωτερικών στη γωνία Βασιλίσσης Σοφίας και Ακαδημίας, υπήρχε από το 1860 η Στρατιωτική Φαρμακαποθήκη, όπου μετέπειτα στεγάστηκε το υπουργείο Στρατιωτικών. Το νέο κτίριο είναι έργο του αρχιτέκτονα Ιωάννη Βικέλα την περίοδο 1973-1977.
Το... αυθαίρετο υπουργείο
Το υπουργείο Υγείας ιδρύθηκε ως υπουργείο Περιθάλψεως επί κυβερνήσεως Ελευθερίου Βενιζέλου το 1917 και στην πορεία άλλαξε πολλές ονομασίες. Ωστόσο το κτίριο όπου στεγάζεται εδώ και δεκαετίες επί της οδού Αριστοτέλους ήταν μέχρι πριν από λίγα χρόνια αυθαίρετο, τουλάχιστον κατά ένα τμήμα του. Αν και δεν είναι το μόνο παράδοξο στην ελληνική Δημόσια Διοίκηση, η πρώτη αρχιτεκτονική και στατική μελέτη πραγματοποιήθηκε το 1939 και προέβλεπε την ανέγερσή του έως και τον 4ο όροφο.