Συρρίκνωση της ελληνικής μελισσοκομίας – Αποχωρούν παραγωγοί από τη Βόρεια Ελλάδα μέχρι την Κρήτη
Ανεπαρκή χαρακτηρίζουν οι μελισσοκόμοι την ενίσχυση ύψους 8 ευρώ ανά κυψέλη για όσους έχουν από 110 κυψέλες και πάνω, που ανακοίνωσε προ μερικών ημερών ο υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Σίμος Κεδίκογλου.
Ο κλάδος – όπως τονίζουν μιλώντας στη «Ν» οι διοικήσεις των Μελισσοκομικών Συνεταιρισμών από τη Χαλκιδική μέχρι τη Θάσο και την Κρήτη – καταγράφει έντονες τάσεις εξόδου και συρρίκνωσης, ανάλογες των αντίστοιχων στην κτηνοτροφία, και οι μελισσοκόμοι δεν βλέπουν «φως στο τούνελ» εάν δεν αντιμετωπιστεί το χρόνιο θέμα των ελληνοποιήσεων μελιών, που όπως τονίζουν όχι μόνο δεν είναι ελληνικά αλλά περιέχουν ζάχαρη ή και άλλες γλυκαντικές ουσίες.
Κρήτη
Πολύ λίγη χαρακτηρίζει καταρχάς την ενίσχυση των 8 ευρώ την εν λόγω ενίσχυση ο πρόεδρος του Μελισσοκομικού Συνεταιρισμού Ηρακλείου (Κρήτη), Στέλιος Μανωλίτσης, όταν η τιμή της ζάχαρης (σ.σ. χρησιμοποιείται στις μελισσοτροφές τους χειμερινούς μήνες) έχει εκτοξευθεί μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία στα 1.300 1.350 ευρώ ο τόνος και τα καύσιμα έχουν σχεδόν διπλάσιο κόστος (σ.σ. η μελισσοκομία είναι νομαδική). Η εκτόξευση του κόστους παραγωγής σε συνδυασμό με το χρόνιο πρόβλημα των ελληνοποιήσεων μελιών και την κλιματική αλλαγή έχει οδηγήσει στο να γεμίσει – όπως σημειώνει ο κ.Μανωλίτσης – ο πίνακας αγγελιών του Συνεταιρσμού με αγγελίες πώλησης κυψελών και μάλιστα να αντικατασταθεί με μεγαλύτερο. Με βάση, μάλιστα, τα στοιχεία του Συνεταιρισμού και του Μελισσοκομικού Κέντρου Κρήτης, εκτιμάται ότι έχουν αποχωρήσει από τον κλάδο από το δεύτερο εξάμηνο του 2022 μέχρι σήμερα ένα 10% των μελισσοκόμων και συνολικά έναν ποσοστό 20%-25% την τελευταία διετία.
Μία βασική πρόταση των μελισσοκόμων της Κρήτης προς το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, που έχει κατατεθεί και επισήμως, είναι η παροχή ενίσχυσης για την επικονίαση, όπως γίνεται σε άλλες χώρες δεδομένης και της κλιματικής αλλαγής, λόγω του μείζονος ρόλου που διαδραματίζουν οι μέλισσες στην επικονίαση όλων των οπωροκηπευτικών και ανθέων.
Θάσος
Η αύξηση του κόστους είναι πολύ μεγαλύτερη από την ενίσχυση που ανακοίνωσε το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, τονίζει από την πλευρά του και ο πρόεδρος του Μελισσοκομικού Συνεταιρισμού Θάσου, Κωνσταντίνος Παναγιωτόπουλος. Κατά τον ίδιο, εξάλλου, το μείζον πρόβλημα του κλάδου είναι οι ελληνοποιήσεις μελιών χαμηλότερης και αμφιβόλου ποιότητας ου πωλούνται όμως φτηνά και έχουν οδηγήσει λόγω της διαφοράς στις τιμές πώλησης στο να υπάρχουν ακόμη αδιάθετες ποσότητες γνήσιου ελληνικού μελιού στις αποθήκες του συνεταιρισμού από πέρυσι. Την τελευταία τετραετία σύμφωνα με τον πρόεδρο του Συνεταιρισμού των μελισσοκόμων της Θάσου σε ετήσια βάση αποχωρεί από τον κλάδο ένα ποσοστό 10%, με την τάση αυτή να εντείνεται φέτος.
Χαλκιδική
Η μελισσοκομία στη Χαλκιδική έχει περάσει κι άλλες δύσκολες περιόδους, πλέον όμως κλυδωνίζεται, τρονίζει στο ίδιο μήκος κύματος ο πρόεδρος του Αγροτικού Μελισσοκομικού Συνεταιρισμού Νικήτης Χαλκιδικής “Σίθων”, Αχιλλέας Παπαστεργίου, που προεδρεύει του Συνεταιρισμού – σημειωτέον – από το 1977. Τα προηγούμενα χρόνια, όπως προσθέτει, είχαν μπει στο επάγγελμα αρκετοί νέοι (σ.σ. μέσω προγραμμάτων) αλλά φέτος φεύγουν λόγω της κατακόρυφης αύξησης του κόστους παραγωγής, ενώ τα παρατάνε και παλιοί παραγωγοί.
Στο πλαίσιο αυτό, η ενίσχυση που ανακοίνωσε ο υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Σίμος Κεδίκογλου, είναι σύμφωνα με τον πρόεδρο των μελισσοκόμων της Χαλκιδικής, ένα θετικό μέτρο, δεδομένου ότι δίνεται για πρώτη φορά ενίσχυση σε ποσοστό 50% σε σχέση με τους επαγγελματίες, στους μη κατά κύριο επάγγελμα μελισσοκόμους. Όμως, όπως προσθέτει, η πολιτεία πρέπει να ασχοληθεί σοβαρά με το θέμα των ελληνοποιήσεων, που τα μέγιστα την ελληνική μελισσομία, καθώς επίσης να υπάρξει καλύτερη αντιμετωπίση των μικρών και μεσαίων παραγωγών από τις τράπεζες.
Οι πυρκαγιές που κατέκαψαν την Εύβοια το καλοκαίρι του 2021, επίσης, όπως τονίζει ο κ. Παπαστεργίου, επέφεραν μεγάλο πλήγμα στην ελληνική μελισσοκομία-παραγωγή μελιού, καθώς στην Εύβοια παραγόταν πάνω από το 30% του ελληνικού πευκόμελου, που με τη σειρά του αποτελεί το 70% της συνολικής ελληνικής παραγωγής μελιού.
Πέλλα
Κώδωνα κινδύνου για την επιβίωση της ελληνικής μελισσοκομίας έχει κρούσει επίσης από τον Νοέμβριο και ο αντιπεριφερειάρχης Πέλλας, Ιορδάνης Τζαμτζής, με επιστολή του προς την αρμόδια Διεύθυνση του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης.
Ιδιαίτερη αναφορά κάνει ο Αντιπεριφερειάρχης Πέλλας στην αύξηση του κόστους παραγωγής, εξαιτίας της ραγδαίας ανόδου των τιμών στις μελισσοτροφές και του υπερδιπλασιασμού του κόστους μετακινήσεων των κυψελών. Στον αντίποδα, επισημαίνονται οι χαμηλές τιμές χονδρικής πώλησης μελιού από τους παραγωγούς (μόλις 3,5 ευρώ το κιλό) και η ραγδαία μείωση των πληθυσμών μέλισσας, εξαιτίας αντίξοων καιρικών συνθηκών αλλά και ασθενειών, που μεταδίδονται εξαιτίας της μεγάλης συγκέντρωσης κοπαδιών στη Χαλκιδική, αφού άλλα δάση, όπως το δάσος της Εύβοιας, έχουν καεί.
Πέρα όμως από την διασφάλιση της παραγωγής του πολύτιμου μελιού, όπως τονίζεται, θα πρέπει να συνυπολογιστεί ότι η εξάλειψη των μελισσών, θα επιφέρει σοβαρό πλήγμα στην παραγωγή φρούτων και λαχανικών, καθώς οι μέλισσες είναι από τους πιο σημαντικούς επικονιαστές του οικοσυστήματος.
Eurostat
Στο μεταξύ, σε επίπεδο Ε.Ε., σύμφωνα με τη Eurostat, η μελισσοκομία παρουσιάζει αυξητική πορεία στην Ε.Ε., όσον αφορά στον αριθμό τόσο των μελισσοκόμων και επαγγελματιών μελισσοκόμων όσο και των κυψελών, γιατί θεωρείται κερδοφόρος και η ελληνική παραγωγή μελιού αποτελεί το 1% της παγκόσμιας και το 7,4% της ευρωπαϊκής (4η θέση).
Σύμφωνα, δε, με στοιχεία από την Κομισιόν του Οκτωβρίου 2022, οι κύριοι εξαγωγείς μελιού παγκοσμίως στην περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου της ίδιας χρονιάς ήταν η Κίνα, η Ινδία, η Αργεντινή, η Ουκρανία, η Βραζιλία, το Μεξικό, το Βιετνάμ, η Τουρκία και η Ουρουγουάη.
Πηγή: Ναυτεμπορική